Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

"Ευμετάβλητα ψεγάδια"

Ώρες ώρες με καταδιώκει ένα ίχνος δυσεύρετης κατανόησης, μια μαλθακή προσμονή για αλλότρια συναισθήματα.
Η θλίψη αδημονεί στον εξώστη να πέσει πάνω μου να με κατακεραυνώσει, αλλά παγώνω τον χρόνο της πτώσης της ως εξιλαστήριο θύμα, θυσία στο ανένταχτο χαμόγελο της ψυχής της.
Μια μελωδία εισχωρεί στα σπλάχνα μου, τη νιώθω να μου υποσκάπτει όλες τις ανέραστες σκέψεις, καθώς μεμψιμοιρώ τα αχόρταγα νεκρά βράδια συντροφιά με τον απόηχο του φιλιού της.
Φιλί, λέξη, πράξη, αίσθηση, επίγευση, πρόλογος στον έρωτα μα και επίλογος μαζί. Αδάμαστη περιπέτεια το δάγκωμα στα χείλη σφυρηλατείται στην ζεστασιά της αγάπης και στον πόνο του πόθου και της λαχτάρας του. Πόσα φεγγάρια κρατεί άραγε η σαρκώδη υφή του; Πόσες φορές δεν χαροπαλεύει με τον ήλιο για να σβήσει τον πόθο;
Φθινόπωρο, φιλί και φύλλα άνωθεν, φιλί και φύλλα ριχτά καταγής, αποθέωση στην υγρή παρουσία της γεύσης του, εξιλέωση στην ικανότητα της αντανακλαστικής διαίσθησης του. Ετούτα λοιπόν τα υπέρ αιωνόβια δέντρα, αρματώνουν το παραμύθι που γράφουν, στον χαραγμένο από τον χρόνο ρυτιδιασμένο φλοιό τους.
Στα χθες ωστόσο μου μίλησε το λιτοδίαιτο σπουργιτάκι από την εξώριζα μιας γερμένης μυγδαλιάς, τιτιβίζοντας, "τον άκουσα τον ήχο του φιλιού της να διαπερνά την σιωπή ανδρώνοντας την ανάσα",χαιρέτησα κι εγώ με λίγα ψίχουλα.
Κατά βάθος αγκομαχώ, ξετινάζω την μνήμη μου κάπου κάπου στο μπακιρένιο μαγκάλι της γιαγιάς καθώς ξετυλίγει εκεί δίπλα το αδράχτι του χρόνου, βλέποντας την αργότερα να πλέκει με χρωματιστές λέξεις το κιλίμι της ζωής, όπου θα περπατήσει ο καθείς συντροφιά με την μοίρα του.
Στιγμές στιγμές αναρωτιέμαι αν είναι το ζωντανό φιλί παρηγοριά στον έρωτα ή το νεκρό ζεστασιά στην θύμηση;
Φεύγω λοιπόν για να αναβιώσω το πάθος της γέννησης μου πριν την ύπαρξη του θανάτου μου.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

"Το πατάρι"

"Εκ των έσω"

Άνθισε η άνοιξη φθινόπωρο
μέσα από αντάρες
μέσα από χαμόγελα
εγκυμονούσε δειλά
κρατώντας την υπόσχεση
κι ο χρόνος δεσμεύει τα δάκρυα
στην μνήμη μας ελιξίριο
η ψυχή γιόμισε φως
αγνό ελεύθερο

Άνθησε η άνοιξη φθινόπωρο.....τούτη την ώρα που δυσκολίες τρανταχτές σκιάζουν τα συναισθήματα και τα θέλω, μη μπορώντας να βρουν αντίκρυσμα από τις μελαγχολικές στιγμές των κοσμικών παθών. Απορημένη και η ίδια η άνοιξη έδωσε απλόχερα τα χρώματα της σε μια συνάντηση αλληγορικών ψυχών σκιάζοντας το παρασκήνιο.

Μέσα από αντάρες.....κατά καιρούς έσφιξε η γροθιά τον χτύπο της και μάτωσε νικώντας την κάθε απόμακρη σκέψη, φέρνοντας την ισορροπία στην παλλόμενη πραγματικότητα, δείχνοντας μας τον λογικό ορίζοντα την ώρα του λυκαυγές.

Μέσα από χαμόγελα.....χαλάρωσαν τα όποια βλέμματα απορίας και φόβου για το εικονικό γίγνεσθαι, βάζοντας σε τάξη τα συναισθήματα ώστε να υφανθεί ένα χειροποίητο χαλί ψυχών με σφιχτοδεμένους κόμπους, που είναι έτοιμο να απογειωθεί για το ταξίδι κάθε χίλιες και μια νύχτες.

Εγκυμονούσε δειλά.....η ελπίδα της επιτυχίας μέσα στην μήτρα της αποτυχίας των καιρών, μα καθώς έσκισε τον σκιερό πλακούντα και την στείρωσε, αναδύθηκε πια η καλοσύνη και πήρε την μορφή παιδικής πνοής για όλες τις ψυχές που την γεύτηκαν.

Κρατώντας την υπόσχεση.....ετούτη η πνοή θα φιλέψει όλες τις αύρες από όποια κατεύθυνση, ώστε να δροσίζει τα τέκνα της όταν ιδρώνουν, από την προσπάθεια να χωριστούν σε μπουλούκια θεατρικής πάλης προσομοιώνοντας την νυχτωμένη έπαρση που κατοικεί ενίοτε ατυχώς στο όνειρο της πραγματικότητας.

Κι ο χρόνος δεσμεύει τα δάκρυα.....στο κελάρι του να ωριμάσουν, για να ξεπλένουν στο μέλλον κάθε στίγματα σκουριασμένης σκέψης, καρβουνιασμένης υπόληψης σε τυχών λαθεμένες συγκυρίες, καθότι πάθη και παρορμητικότητα χορεύουν στο νου του καθενός καθοδηγώντας μας κάπου κάπου σε λαθεμένες αποφάσεις στιγμής, μπερδεύοντας τα βήματα στο τάνγκο της φιλίας και της όμορφης τούτης σχέσης.

Στην μνήμη μας ελιξίριο.....οι στιγμές σταυροφιλήματος, θερμής αγκαλιάς, εύηχου γέλιου και χαμόγελου ψυχής, στέκεται υστερόγραφο, κρατούμενο, διορθωτής και μπούσουλας θα έλεγα, για το ταξίδι μας σε όποια πέλαγα με όσα κύματα καταιγίδες αλλά και μπουνάτσες θα ανταμώσει η πλώρη μας.

Η ψυχή γιόμισε φως.....και ανάταση καθώς χαλάρωσε πλέων και η τελική συμπιεσμένη ένταση από την αναμονή, με τις εικόνες που γιέμισαν τούτο το αντάμωμα, και ήταν πολλαπλάσιες της πραγματικής ζήσης στο μυαλό μας, μιας και οι διαδρομές εντός του λαβύρινθου της χαράς όλων μας, αντανακλούσαν σε κρυστάλλους ψυχών χορεύοντας την σκέψη σε κοχλιωτό ρυθμό, ως άλλος σίφουνας ευτυχίας.

Αγνό ελεύθερο.....το συναίσθημα χαράς πια, πλημμύρισε και το πιο κολοσσιαίο φράγμα για να μπορεί να βγει στην απεραντοσύνη της εσώτερης ψυχικής ευδαιμονίας, και να μας ψιθυρίζει κάθε στιγμή την αλήθεια για την θετική έκβαση κάθε καλοκάγαθου ρου.


Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

"Η αντιστροφή της σκιάς"

Κάποτε γέρνω μελαγχολικά για πράγματα που συνέβησαν εντέχνως, με πρωταγωνιστές κομψές νεανικές ψυχές προσάγουσες να επιλέξουν το βήμα της χειραφέτησης τους, αδυνατώντας ωστόσο να ανταπεξέλθουν λόγο ιδιάζουσας μίξης ανόμοιων υλικών, στη χύτρα της χειραγωγημένης βίβλου.
Γεγονότα που λιθοβολούν την στοιχειώδη λογική σπασμωδικά μεν αλλά με ρυθμό λιωμένης στάλας από αξύριστης εντολής παγωμένη ματιά, μεταμορφώνουν το συναίσθημα από τα όρια ερωτικού ξεσπάσματος χειρουργημένης καρδιάς σε τύφλωση συνείδησης, αποτέλεσμα υστερικής δράσης δίχως μπούσουλα.
Φτασμένα όνειρα χάνουν την παραμυθία τους στο βυθό της έπαρσης, με τα χαμόγελα να εκθέτουν την μολυσμένη ανάσα μη μπορώντας να βρουν το φίλτρο του πόθου, που θα ενθρονίσει το άρωμα στην ζωτική του θέση.
Δικαιώματα απονέμονται σε αδύναμους δικαιούχους, μιας και το σφίξιμο ξεπέρασε τον τοκά αδυνατώντας να ζέψει το περιεχόμενο, πλην απορίας κενού ενδιαφέροντος και καθαυτού άυλης υπόστασης.
Το πλακόστρωτο καταμετράει πόσες πατούσες το ζέσταναν αλλά και πόσες το έφτυσαν, γνωρίζοντας την σταθερότητα που τους παρέχει μέχρι το σημείο επαφής και μόνο, προτού ξεπλυθεί η προσπάθεια από το πρωτοβρόχι της κάθαρσης και ρίξει ο ήλιος την καλημέρα του.
Βασανισμένη και η ακοή ψάχνει στήριγμα στο πεντάγραμμο της με κραυγές και άξεστους κρότους, αλλά και χροιές μελωδικές από πιάνο αγριοτριανταφυλλιάς που αφήνει τις νότες του να ρέουν την πέτρινη σκάλα της ψυχής, στο ολοστρόγγυλο πλινθόκτιστο πηγάδι της αγάπης, λησμονώντας την άνοδο.
Μετρώντας τότε το κομπολόι του χρόνου τους, ζευγαρωμένες πια οι ψυχές, απολαμβάνουν την μέθεξη της φωτισμένης σκιάς, βλέποντας την να λειαίνει τις σκιερές αχτίδες του παρελθόντος σε τούτη την ανυπόστατη μάχη λογικής-συναισθήματος, σταθεροποιώντας τον δείκτη της πλάστιγγας υπέρ μιας λύσης παράλληλης με την πορεία της καθεμιάς.......

η απόσταξη του θυμού που έγινε δάκρυ συγκίνησης......"Μετά την επιστροφή"......

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

"Ο χρόνος το δάκρυ και η ωριμότητα του φθινοπώρου"

Η προσφορά του φθινοπώρου μεγαλοπρεπείς στα όρια του ψυχικού δέους έρωτα και αβύσσου, κατακτά κάθε αλλοπρόσαλλη ματιά τουλάχιστον ως ερμηνεία ερωτημάτων πολυσυλλεκτικών σκέψεων και ώριμης παρουσίασης αυτών, ως βάθος αλλά και ως επιφάνεια.
Τα χρώματα πρώτα από όλα κατεργάζονται τα οφθαλμοφανή μηνύματα κατορθώνοντας να διαχωρίσουν την υφή τους από την ψυχρή στην θερμή ισορροπία διαλαλώντας την ευαρέσκεια της γήινης σταθερότητας στον βωμό της αιθεροβάμων υπόληψης.
Αχτίδες πλεχτές ανάμεσα σε φυλλώματα μαλώνουν χαϊδεύοντας το σαθρό φυλλόχωμα, ενίοτε λικνίζονται στις υγρές εναπομείναντες σταλαγματιές πλησίον σάπιων φύλλων, διαθλάζοντας την οξύτητα σε αραχνοϋφαντη απαλότητα.
Κάπου στο βάθος η μη απουσία της ψυχής, αισθάνεται γεύεται μα και προσμένει να τιθασεύσει τον χρόνο, σαν το φιλί που διαστέλλεται έως ότου βρει το μονοπάτι της ατελέσφορης προσωποποιημένης παγίδας του παραθύρου στον καθρέπτη της.
Ο χρόνος του φθινοπώρου ο πιο ώριμος φίλος στην διεργασία της σκέψης και των συναισθημάτων κρίνει την επιθυμητή βολιδοσκόπηση ερεθισμάτων, σεβόμενος την περίσσεια της νόησης αυτών ως εισβολέας αλλά και ως επιτιθέμενος προς αυτά, ώστε να έχει τον πλήρη έλεγχο της διαύγασης στην προσπάθεια κατανόησης των όσων παραπάνω αφουγκράζεται.
Πολύ περισσότερο δε στοιχεία μη ορατά προβάλλονται σε αυτόν ως ψήγματα αφαιρετικής υπόστασης της σκέψης φευγαλέα θα έλεγα, μα ικανά να εισχωρήσουν σε αυτόν αφού τα ακτινογραφήσει τοποθετώντας τα έμπροσθεν του φωτός, για πλήρη ανάλυση ακόμη και της πιο νανόφεγγης σκιάς.
Περνώντας αντίπερα στην πραγματικότητα, επικαλούμαι την ουτοπία της ελεύθερης πτώσης του γηραιού φύλλου, σαν χρονικό όριο ερμητικά πεπερασμένο γεμάτο αρώματα εικόνες ήχους και σύνεση, έως το πάγωμα του στην γη ή πάνω σε μια ψυχή χαρίζοντας της, πλήρη συναισθηματική μύηση στον εσώτερο μου κόσμο, που συνηθίζω να μεγεθύνω μέσα από το μικρότερο δάκρυ που μου έστειλε ένα πλατύ χαμόγελο της.


Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

"Η πανσέληνος της ψυχής μου"

Φεγγάρι μου ιδανικά ατημέλητο μα ολόγιομο φλεβαρίζεις με τα σύννεφα σαν θέατρο σκιών στο πάλκο τ'ουρανού, κι ο άνεμος απαλός μαέστρος ζωγραφίζει το σκηνικό παρέα με το όνειρο εκείνο το τρισδιάστατο που λιώνει σαν τ'αγγίξεις.
Φεγγάρι που μιλάς την γλώσσα του έρωτα χωρίς λόγια με αέρινη κίνηση κλεμμένη απαλότητα από τα πιο λεπτεπίλεπτα σύννεφα, που μόνο οι νεράιδες υφαίνουν με τα χνώτα τους στο σχήμα της αγάπης.
Φεγγάρι μου λύσε και τα μαλλιά σου να βρουν τα ξωτικά τον δρόμο τους τούτη την νύχτα που κρύβονται τ'άστρα και μένεις μόνο εσύ φάρος στον ορίζοντα του γαλαζόπλεκτου θόλου.
Φεγγάρι δωσ' μου το δάκρυ σου να πιω φάρμακο για τις πληγές μου που ζωντανεύουν ορθάνοιχτες τις γκρίζες νύχτες της προσμονής, να χαλαρώσει ο πόνος ωσότου κλειδωθούν οι ερινύες στο σεντούκι τους, στη χαράδρα του χρόνου στην αβοήθητη σπηλιά.
Φεγγάρι μου είσαι ο λάθος ήλιος που δεν πρόλαβε να λάμψει την στιγμή που έκλεινε ερμητικά η σκουριασμένη καγκελόπορτα της νιότης μου, μα που αναμένει μια στάλα απ' το δάκρυ μου ν'ανάψει της ψυχή σου το μικρό λυχνάρι, που η φλόγα του δίνει στον ήλιο ανάσα και άρωμα στα όνειρα μου.


Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

"Η αποθέωση της πανσέληνου"

Τούτο το καλοκαίρι ευρύχωρο στα συναισθήματα, απλοποιεί καταστάσεις σε παράθυρα ανένταχτων προσομοιώσεων, λογής λογής αλλοπρόσαλλων φευγαλέων μεθυστικών στιγμών.
Παρερμηνεύοντας την φωτεινή παρέμβαση του ασφαλούς διαλόγου έρωτα-ύπαρξης και της προκείμενης διαθλαζόμενης σκέψης, ετοιμηγορεί στο εφετείο της ζωής υπέρ λύσεων ελλειψηγεννούς χαραχτήρα, αναβράζοντας θυμό λύπη τραγωδία, μα και χαμόγελο ανάσα στεναγμό προσήνειου βλέμματος στον βαθμό που δροσίζει με την σκιά του υπό του ήλιου τα δυσκόλως κατανοούμενα και ερμητικά δυσπρόσιτα.
Η χαροποιός διαφορά υπέρ του λίγου ψυχικού συναισθήματος, καταφανέστατα διαστασιολογεί την εμπειρία της καθημερινής συνύπαρξης, ώρα την ώρα λεπτό το λεπτό για μια πιο λογικοταχθεί μακροπρόθεσμη προσπάθεια αληθινής ζήσης με το είδωλο, μερικώς κατ'ομοίωση και ποτέ κατ'εικόνα.
Αφουγκραζόμενος τον υμένα της υγρής ψυχικής διαίσθησης, δεν μου μένουν παρά μελοποιημένα χαμόγελα, φεγγαρόπλαστης ασημιάς ίνας ξαπλωμένης του κύματος, στίλβης όραμα αλάνθαστης στην φορά που θα ζεύξει τον έρωτα προ της άρνησης και της καλοπροαίρετης υποχώρησης, εάν ο φόβος βουρκώσει την διασταλμένη κόρη αχρωμάτιστα μα στοϊκά, στο πάθος της αποφασισμένης μετριοφροσύνης, καταφανέστατα διορατικής προτού αλώσουν τα βλέφαρα βαριές υποσχέσεις.
Στέκω έμπροσθεν της στίλβης και νιώθω, βλέπω με τα μάτια της ψυχής μου και γεύομαι.......


"Του Αυγούστου το φεγγάρι"

Τον αλωνάρι το μελτέμι καλά κρατεί
παίρνει το νου μου για τα πλατύγυρο
'κείνο το κόκκινο
άμα τα’ντικρίσεις θαμπώνεσαι
κι η γραμμή σου γνέφει ανέβα
κι αλαφραίνεις σαν προχωρείς
ίσαμε να μείνει η ψυχή σου
να ονειρεύεται

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

"Ψυχής ταξίδι"

Ένα ταξίδι αισθαντικό είχε στηθεί πρότερα του ονείρου, στης ψυχής το σαστισμένο ανοιξιάτικο ανθοχώραφο, προσμένοντας την ανεμόσκαλα του χρόνου να ξετυλιχθεί από τα γκριζογάλαζα συννεφάκια ως τα κάτω στις πονεμένες μας χειμωνιάτικες πατούσες, να μας τραβήξει απάνω από τα κάτω μας.
Κι όπως ωριμάζει ο σφυγμός του ανθού, έσταξε αχτίδα το όνειρο και πάλεψε πιο γρήγορα την κρυψώνα του, να βγει ώξω να αποθανατίσει την ελευθερία των αισθήσεων και τ'αρώματα της άγνωστης στιγμής

μέθυσα ωρίμασα
δεν έκλαψα λιγότερο από σε
το όνειρο συντροφιά και βέργα
ξώβεργα μοναχιά στου λιμανιού το έμπα
βαλσαμωμένο νυχτολούλουδο

αφήνω το δάκρυ μου σβηστό
στο φλοίσβο να μεθύσει
κι ο φλοίσβος δάκρυ αγιάτρευτο
να ξεδιψά ο έρως

Καθισμένοι καταμεσής της άρμης, φύκια, αχιβάδες, μέλισσες χορταίνουν με την αίσθηση της ύπαρξης του καθενός και ολονών συνάμα, ξέχωρα απ'το όνειρο μα και μέσα σ'αυτό, ερμηνεύοντας την ευφορία της δροσερής ψυχής ως απαύγασμα γιατρειάς από αγιάτρευτη νόσο ταλαντούχα όσο και μια παρόρμηση αντίθετη του φωτός.
Έλυσα κάβους ορφανούς πριν η φυσαλίδα αναδυθεί στον ορίζοντα και την άκουσα να σκάει ένα χαμόγελο αρμυρένιο, ετούτο το λιόγερμα που υποκλείθηκε ο χρόνος στην στιγμή και λύγισε ο ήλιος για να αδειάσει πάνω μας τα πιο ερωτικά του χρώματα, φάρμακο για τα μάτια της ψυχής μας στράτα μυαλού και δώρο αγάλης αρχοντικού παραμυθιού

τα φτερά μου τα ένιωσες
στην σιγή και στον πόνο
στην ουτοπία και στ'όνειρο
τα άπλωσα στον φλοίσβο
να μου τα πλύνεις
με το δάκρυ σου
ίσως πετάξουν τότες
αγέρας τα χνώτα σου
δεν σβήνει το κερί
μόνο δυναμώνει την φλόγα
μέσα από το τριαντάφυλλο
είναι κόκκινη

Η νύχτα έφτασε μα δεν την είδαμε, την νιώσαμε την δώσαμε στο τυπογραφείο της ψυχής να γίνει ποίημα, νήμα ιστού αράχνης να πιαστούμε όλοι αγκαλιά παρέα

παρέα αραχνοϋφαντη
μετάξι ψυχής
λακωνικό δίχτυ δακρύων
παγωμένων ηφαιστείων
ανάποδα έζησα τον χρόνο
στιγμή μου αγιάτρευτη

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

"Η ζωή μας πάνδα και πάραυτα"

Η άνοιξη ντυμένη στα καλύτερα της αν και υγρή απ'το κλάμα δροσίζει το καλοκαιράκι της για να το μεγαλώσει γοργά ώστε να μας βαφτίσει στους ρυθμούς του, αργόσυρτους ιδρωμένους μα χαλαρούς ως επί το πλείστον, αλλά και ενίοτε τρεχαλιτούς σαν κλωτσοσκούφι μπομπιράδων στην αλάνα με τα χαμόγελα.
Υπάρξεις στο μεγαλείο της ανθοφορίας τους με γύρη από γέλιο ψυχής, μαρτυρούν την εξωστρέφεια της χαράς του πανηγυριού και της απόλαυσης απλόχερα στους διψασμένους διαβάτες του χειμώνα που έπεσε πλέον σε χείμερα, κι εκείνοι παρασυρμένοι από την κάψα της ρουφάνε λαίμαργα απανταχού την γύρη πριν φτάσει καταγής.
Η ελπίδα που τριγύριζε ράθυμα στην ξενιτιά, έφτασε στην αγκάλη της ζήσης μας, λίγο απρόσμενα λίγο τυχάρπαστα λίγο ξώφαλτσα, αλλά παντελώς εύθυμα και συντροφευτικά στο αφαιρετικό μας στερέωμα, αστεριών που ιχνηλατούν τη σκέψη μας συνοδευτικά του θαμπού γαλαξιακού ορίζοντα, προς τις ζωτικές αχτιδοανάσες του εραστή ήλιου.
Θερμό το καλοκαιράκι που καταφθάνει ψήνει κάτω από τον τεράστιο μεγεθυντικό φακό της ψυχικής ευδαιμονίας, την μοναξιά και την μεταλλάσει κοχλικά σε διαμάντι απομνημονεύοντας την για χειμώνες ορφανούς γυάλινους που αν τυχόν δακρύσουν στη γυάλα τους, χαράζοντας τους θα κυλίσει το δάκρυ για να ξαναποτίσει την ψυχή να την ξαναδροσίσει.
Δροσιά κι αγέρας, χαμόγελα και τραγούδια, μάτια λαμπερά χείλη μεστά, αγκαλιές και λαχτάρες χαράς, συντροφιά στο φως και παρέα στο κύμα με τις νυχτιές να μας φιλούν, και τα αστέρια να μας χαρίζουν την λάμψη τους, είμαστε έρωτας βγαλμένος απ'τα βάθη πηγής καλοκάγαθης ψυχής, που ρέει καλοσυνάτα γάργαρα και μουσκεύει κάθετι στην όχθη της αισθητικά κι αισθαντικά διαυγέστατα και κρυστάλλινα ως συναίσθημα που αδημονεί να συντροφεύσει ψυχανεμήσματα, καλημέρες και καληνύχτες τραμπάλας γιομάτης ευγνωμοσύνη και γιορτινή γαλήνη.

<< Είμαι εδώ ζω >>

Είμαι εδώ ζω
τι κι αν τα μάτια μου θολά
και το μυαλό μου αλύγιστο
έχω ψυχή σταυραετού
και άγνοια μικρού παιδιού
που ερωτά τον ουρανό
πούθε να βγει ο ήλιος
κι εκείνος απαντά γοργά
απ'της ψυχής την αρχοντιά

είμαι εδώ ζω
με το χαμόγελο μεθώ
χείλη που είδα και ποθώ
μάτια σμιχτά το σ'αγαπώ

είμαι εδώ ζω
μεσ'τα λουλούδια κατοικώ
φτιάχνω πλεξούδες για χορό
νότες αλλοπαρμένες
που θα μου δώσουνε σκουντιά
για μιας αλήτισσας καρδιά
να την ραντίσω με φιλιά
του έρωτα υγρή δροσιά
να μη με βρουν χειμώνες

είμαι εδώ ζω
με το χαμόγελο μεθώ
χείλη που είδα και ποθώ
μάτια σμιχτά το σ'αγαπώ

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

'Άπειρο ψυχής"

Ξωτικό το άπειρο γλιστράει στην πρώτη χαραμάδα από την βραχοσπηλιά της ψυχής που θα'βρει, αβέβαιο ως προς το κλείδωμα της κατεύθυνσης αλλά και κινησιογόνο ως προς τα ασύμμετρα κοιλώματα της.
Ψυχορύπανση γιγαντωμένη στο άπειρο, μεταλλαγμένη σε άριστο τυχοδιώκτη συνθλίβει περιουσίες συναισθημάτων αλλά και αναζωογονεί ενίοτε επωδούς θλιμμένων ενορχηστρώσεων γηγενών αδιάλλακτων κυμάτων πλημμελής νοημοσύνης και χαμηλής φωτοσκίασης.
Κάθε υπερβολή αισθαντικής υπερχείλισης καταδιώκεται από καταρράκτη απύθμενο, βροντίζοντας άνευ υπεκφυγής την συγχορδία της μελωδίας της ψυχής στο πεντάγραμμο της αρμονικής διαδρομής, εστιάζοντας στον κατακερματισμό οποιασδήποτε ανοδικής νότας παρόλο τον συντονισμό με το διαπασών της συνείδησης.
Και καθώς υπερπηδά τις ζωτικές βραχονησίδες με τις στρατηγικά προσανατολισμένες ανατολικές σκοπιές, υπερφαλαγγίζει και την τελευταία χαμογελαστή λέμβο για το διαστέλλον ταξίδι στην σκιά, ανοίγοντας τον φάκελο με το εισιτήριο της προπαγάνδας του χάους, ατελέσφορα ως προς την έξοδο από τον λαβύρινθο, που οδηγεί προσήνεια της νυχτιάς κατευθείαν στον τοκετό της μαύρης ψυχικής τρύπας.
Ουδείς δίνατε να κρίνει τα εκ των έσω πλην του ψυχικού χρόνου του καθενός ως έχει, μα αβάσιμου και ανίκανου να συγχρονιστεί με τον παροντικό, ίσως και μόνο στην μία και τελική αναμέτρηση του με το όνειρο.


Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

"'Αέρινος"

Αέρινος έρωτας γλυκοχαϊδεύει την απαλή χλόη κάτω από την σκιά των "ρόδων" που μαγευτικά ξεπερνάνε της μάγισσας νύχτας τα "ντέρτια" ώσπου να "πιάσουν" στα εσώψυχα τους την πρωινή πάχνη να δροσιστούν.
Αέρινος έρωτας λήθη κι ανεμοδαρμένο αγιόξυλο καταμεσής του φαραγγιού που αλητεύουν οι αετοί κι ανθούν τα βραχολούλουδα κάθε που κλαίει το φέγγος.
Αέρινος έρωτας χορός κι ανεμοζάλη ιδρώτας ορφανός κι ανέγγιχτος γαργαλάει φλέβα ατόφια μα πηχτή, κι ας γαντζώνει στην πληγή να ζήσει την θυσία.
Αέρινος έρωτας φως στον καθρέπτη που μιλά, κι ας μαρτυρά τους ρόζους της ψυχής που πασπαλάει με μέλι και λάδι αγριελιάς να απαλύνει την έξαψη που πεθυμεί στον χρόνο.

<< Αέρινος >>

Αέρινος έρωτας λευκός
νιώθει το φως κι ανάβει
τον τρέχουνε οι πλήβειοι
τον σταματούν οι νόμοι

αέρινος έρωτας αχθός
στις πλάτες μαύρου γύπα
τον ελυγά μαρμαριγή
μα διώχνει το φορτίο

αέρινος έρωτας σμιχτός
το βλέφαρο σηκώνει
όπου εκοιτά τον συζητούν
στα άστρα τρεμοπαίζει

αέρινος έρωτας ψυχής
μέσα γελά και λέει
είμαι στην λύπη τυχερός
δυο τύχες μια λαμπάδα

αέρινος έρωτας λεύτερος
σαλεύει τα φτερά του
φτιάνει στον ουρανό φωλιά
σαν σπάει τα δεσμά του

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

"Το δάκρυ του πάθους"

Εν πλω της τρικυμίας των παθών μνημονεύει ο καθείς, της από καταβολής του άλυτες σκέψεις κάνοντας προσπάθεια να απαλλαγεί από τα αφρισμένα κύματα της ψυχής του,προσπάθεια μεταβαλλόμενη και επηρεάζουσα αναλόγως του κυκλικού αέρα που φυσά και της κατευθυνόμενης ριπής του που θε να τρυπήσει το μείζον απόθεμα που του απέμεινε για τούτες τις επουλωτικές σκέψεις.
Ανοίγοντας ωστόσο το σκουριασμένο λουκέτο της καρδιάς, ψάχνει ανάμεσα στα σκόρπια ιδεατά να βρει την αληθινή αρχή των, ώστε η μελέτη αρχειοθέτηση και αποδόμηση αυτών να γίνει στον σωστό χρόνο και ρυθμό ωσότου πληρωθεί η δεξαμενή με κενό αδάμαστο.
Κοιτώ σε βάθος μέσα μου και βλέπω, κουβάρι τα αισθήματα όπου παλεύουν να αποσχιστούν είτε να ζευγαρώσουν με τις μορφές και τις σιωπές πίσω από έκπτωτες μάσκες.
Κοιτώ σε βάθος μέσα μου και ακούω λαλιές, αντίλαλες κραυγές και νυχτερίδας ιαχές, ρόγχο αβυσσαλέου καταράκτη που προσπαθεί να γεμίσει στέρνα ρηχή, για να πλυθούν οι στεναγμοί μα την εκαταστρέφει.
Κοιτώ σε βάθος μέσα μου μη και μυρίσω το άρωμα του πόθου, του νυχτολούλουδου, του γιασεμιού που έτσι κι ανθίσει δυο φορές την μια το κλέβω και μεθώ την άλλη το τρομάζω.
Κοιτώ σε βάθος μέσα μου και με βλέπω που με κοιτώ με απορία, κι όπως διασταυρώνονται οι ματιές μου αντιλαμβάνομαι το δέος του ενδιάμεσου που κατοικώ και θέλω να λιποτακτήσω από το κενό, να μην με ξαναβλέπω.
Κι όπως ανασκουμπώνω τις κυκλικές θύμησες κι αναμοχλεύω τα θολωμένα όνειρα αδιάλυτα και λειψειχαρή, αφήνω την φαιά να ποτίσει και το τελευταίο αυλάκι του εγκεφάλου μου, έως ότου χαθεί στα βάθη του και ξαναγεννηθεί ως γόνος πια μικρού παιδιού.
Και ετούτη η αλήθεια παραμένει απλή καθάρια δίπλα μας σαν να μην υπάρχει, και είναι αυτή που σχηματίζεται από τα διάφανα δάκρυα μικρού παιδιού, που σαν πάρουνε την θέση τους μέσα μας, μόνο τότε αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχουν ανομολόγητα στοιβαγμένα πάθη παρά μονάχα ένα και μοναδικό, αυτό του παιχνιδιού στο ήλιο.

Σάββατο 16 Απριλίου 2011

"Πόλεις του καλοκαιριού"

Πόλεις του καλοκαιριού προσανατολισμένες στον ήλιο και την μάνα θάλασσα αγναντεύουν τον περιπατητή του κύματος, τον τραγουδιστή του ιωδίου, τον λυτρωτή της αρμύρας, να κοντέψει στο λιμάνι τους να καβατζάρει τον φάρο της ψυχής και να δέσει στον απάνεμο κάβο της αγάπης.
Λιμάνι μεγάλη κουβέντα μέγιστη αγκαλιά για τον καραβοκύρη και το όνειρο που τρέφει στα περάσματα του καιρού και της γνώσης, στο σφίξιμο των συμπληγάδων και την παλίρροια του έρωτα, στην διαύγεια του λευκού φωτός και το έλεος της νύχτας, στο χαμόγελο και στο δάκρυ.
Θεσπέσιο το καλοκαίρι της ψυχής του καθενός, χτίζει αν μη τι άλλο την πόλη του σε ζεστά θεμέλια με ασβεστωμένες τις παλιές θύμησες ευάερες καλημέρες και χρυσόπλεκτες ματιές στην αντανάκλαση της υγρής παρουσίας, χτυπώντας χαδιάρικα μα ρυθμικά παλαμάκια στον χορό των γλαρόπουλων που νηστικά από έρωτα φτερουγίζουν ολημερίς, έως ότου βρουν τροφή για την καρδούλα τους.
Και η αύρα η θαλάσσια μεσούσης της δρόσου κανακεύει σιμά την φούντωση της ψυχής, πριν κάμει αυτή καμιά τρέλα δηλώνοντας ερωτική άγνοια στον πυρετό αγνού μεσημεριάτικου λιοκαμένου στήθους, βλέμματος λάγνου και ανάσας στιβαρής, θέλοντας σκόπιμα να ξωκύλει του θλιβερού χειμώνα, με μαεστρία ατάραχη μα ικανή να κλέψει της νυχτιάς την μαγεμένη άρπα, γράφοντας πάνω στο κλειδί του σολ φτιαγμένο από φύκια, τραγούδι για αφροστέφανο και λάμψη γλυκόξανθης γοργόνας..........


<< Το όνειρο της τρίαινας >>

Πώς να κρίνω την αυγή
τόσο κύμα στην ψυχή
που’χω και με συνεπαίρνει
πέρα δώθε με διαβαίνει

θαλασσοδέρνομαι τρελά
στο χθες στο αύριο στο πουθενά
σωσίβια με τριγυρνούν μα δεν τα φτάνω
κι ο άλλος την τρίαινα ορθώνει να με κεντήσει
στο περιβόλι του βυθού να με δροσίσει

μα ο πνιγμός με προσπερνά
κι η τρίαινα σκουριάζει
την πιάνω και τήνε ‘λυγώ
σχεδία την εφτιάχνω
με τα ξανθά σου τα μαλλιά
τη δένω και τη στρώνω
να ξαποστάσω απάνω της
τον έρωτα να 'πλώσω
για να με σύρει σ’αμμουδιά
σ’ακροθαλάσσι έρμο

το ξέρω πως με καρτερείς
σαν την αχτίδα της αυγής
που δε μετράει το βυθό
μα ρίχνει άγκυρα σ’ανθό

κι αν τύχει και σ’ονειρευτώ
θα’ναι γραφτό της μοίρας
της τρίαινας και της σκουριάς
και της σχεδίας της ξανθιάς


Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

"Ψυχής άγνοια"

Παράξενο το φως της νύχτας τυφλό μα έγχρωμο από συναισθήματα, αντιλαμβάνεται την αλήθεια της ψυχής πριν καν αυτή βγει στον ήλιο, και την μετρά θυσιάζοντας τα κλειδιά από την πόρτα της καρδιάς στην άβυσσο της θλίψης, μη τυχόν και λαθέψει στην προσπάθεια του να αναζωογονηθεί στις αχτίδες του, ζώντας την διάφανη μα εκλεπτυσμένη διαφορετικότητα.
Η άνοιξη της παρορμητικότητας ως εγχειρίδιο ημιμαθείς συμφιλίωσης σκέψης, καρδιάς, ψυχής και θύμησης, συνηγορεί με την συνείδηση στον αχαλίνωτο λαβύρινθο εκπτωτικών συναισθημάτων συν το χρόνο ειδεχθείς βοήθεια ονειρικής χαλάρωσης, και έως ότου αμβλυνθούν επάξια της κυνικής ηρεμίας, άγχη και ηλεκτρισμένες αποταμιεύσεις ψυχικών ταλαντώσεων.
Ταλαντώσεις αποκαμωμένες ανάμεσα στον έρωτα και την μοναξιά χτυπάν στης ψυχής το πλάγιο κενό ασυναίσθητα, μεγαλώνοντας έτσι το εύρος της χρονικής απεξάρτησης, από το είναι της συντροφικότητας στο όλον της ατομικής υπερφόρτισης, κάτω από το αντικίνητρο πληγωμένης αγκάλης, στεγνού φιλιού και αποξηραμένου χαμόγελου.
Κι όμως μια θερμή αγκάλη ακόμη και στο υστέρημα του ονείρου της ελλείψει χαρμόσυνων κι εποικοδομητικών μελλοντικών οραματικών ψηγμάτων, λειτουργεί μεθυστικά μονωτικά της γλυκύτητας και της συμπυκνωμένης απόλαυσης, έστω και σε χρόνο ενεστώτα τείνοντας μηδενικά ως προς τον αμύθητο χρόνο της αναδεύτρας συνείδησης, κάνοντας τον λυγισμένο ορίζοντα να δείχνει στιγμιαία
-όσο ανοιγοκλείνει ένα βλέφαρο-ισόρροπο φωτισμένο και εύρωστο.
Μακάρια η άγνοια της ψυχής ωσάν του φλοίσβου το πρωινό κελάηδημα. 

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

"Άνοιξη"


Λιτή και απέριττη η άνοιξη,κομψή στο συναπάντημα με τον χρόνο της, αφουγκράζεται την θλιμμένη περπατησιά που απομακρύνεται στο άπειρο του μακρινού νωθρού χειμώνα, και χαμογελά σβήνοντας από τα χρέη, τις ρωγμές της θύμησης και της βαριάς ομίχλης.
Χέρι χέρι με τον μοσχόφερτο άνεμο σαρώνοντας τα λουλουδοχώραφα της δροσερής και χαμογελαστής κοιλάδας, όπου οι χρωμοανθοί πασπαρτού υμνούν τον ήλιο τινάζοντας από την καρδούλα τους την γύρη την αγύριστη, που ψάχνει μεγαλεία ψυχής να κουρνιάσει, να ζωγραφίσει στον ουράνιο καμβά λεύκωμα ευτυχίας.
Κι άμα στέκεις εμπρός της μη λυγάς μη σπας σαν να είσαι ο καθρέπτης της, διότι δεν της πρέπει κανένα κάτοπτρο παρά μόνο ανθισμένες φλόγες σιωπηλές του έρωτα συνεδρίες, καθότι η εμορφιά της ψυχής της η καθάρια, λάμπει σαν φάρος στεγανός μόνιμος νυχθημερόν και βάλε, στο όνειρο και στην ζωή και φέγγει λευκές πορείες.
Άνοιξη πλημμύρα της ψυχής μας σιωπηλή, διάλογος στον έρωτα τον μεστό, μπούσουλας κι ελπίδα, ιδρώτας κι αντικριστά κορμιά, φιλί κατεβατό κι απύθμενη ματιά, αγνάντι και μακρινή αγκαλιά, λάμψη και άρωμα διαλεχτό, γεύση πλατιάς αγάπης, μαθημένη να υφαίνει το όνειρο να χτίζει μύριους μύθους που ο καθείς αν δέσει τα μάτια του θα'δει το ριζικό του.

Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

"Γαλάζια άνοιξη"

Είναι αυτό το γαλάζιο χρώμα που ορίζει την ευτυχία μας, και καταφέρνει να λιώνει τον βαθύλυπο χειμώνα και να σπέρνει στα χείλη την πεθυμιά της μέγιστης καλοκαιρινής ψυχικής ευφράδας.
Το συναντάς σε κάθε γυροβολιά δίπλα στη φύση σε μορφή λουλουδιών, που στολίζουν τον πράσινο καμβά της σαν ματόχανδρα, μη τυχών και βασκαθούν απ'το σκυθρωπό βλέμμα του χειμώνα, που λύσσαξε να κρατηθεί ζωντανός μη θέλοντας να περάσει τον Αχέροντα.
Είναι κι ο έμορφος ο ουρανός που μας κοιτά με τα γαλάζια μεγάλα χαμογελαστά του μάτια, και μας γνέφει να ανέβουμε στο αερόστατο της άνοιξης παρέα με φτερωτούς φίλους μας για μια βόλτα από ψηλά στο καλοκαιρινό περβόλι του.
Αν μη τι άλλο είναι και η η μάνα θάλασσα, που μέσα της βαφτίζονται ούλοι οι καημοί κι λογισμοί του τσουχτερού χειμώνα, για να εξιλεωθούν και να αναδυθούν σε λαχταριστές σκέψεις, που καθρεπτίζονται απάνω της για να ζευγαρώσουν με τις αισθήσεις, λύνοντας τις κρύες χειροπέδες που βασάνιζαν τόσο διάστημα την φυλακισμένη ψυχή μας.
Μα είναι και τούτο το μπλε σκηνικό με τα πορφυρά χείλη στον υγρό αιθέριο φεγγίτη της ζωής, που ξεχωρίζει από δυο ζευγάρια μάτια και δυο φωνές αισθαντικές υγρές τρεμόφερτες σαν από οπτασία που διευθύνουν δυο πλαστικά ζεστά κορμιά με μαεστρία, όπως η πεταλούδα με τις λεπτεπίλεπτες χορωδιακές κινήσεις της ξεμοναχιάζει άνθος το άνθος να ρουφήξει το μπλε νέκταρ, το κάλλιστο επιδόρπιο της ανοιξιάτικης εξωτικής ερωτικής λαγνείας.

η γαλάζια άνοιξη φώλιασε ήδη στην ψυχή μας.........

Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

"Ο άλλος μου εαυτός"

Κάποτε κάποτε μισώ τον εαυτό μου για πράγματα που δεν έκαμα, όσο η μοίρα με προτιμούσε για στερνοπαίδι της δίπλα στο άχρωμο τοπίο όπου θύμιζε ηλιοκαμένη έρημο, ρωγμή στου χρόνου το πάπλωμα που εκταμιεύει τα σκυθρωπά όνειρα μου.
Με μισώ ομπρός σε έναν μισό καθρέπτη, ώσπου βλέπω μόνο το μισό έξω μου, μιας και το είναι μου κατακερματίστηκε σε ψίχουλα, που τα τραβούν με τον ιδρώτα τους οι μέρμηγκες, στις σχισμές της ηλιοσκασμένης ερήμου.
Με μισώ που τα ερυθρά χείλη δεν άγγιξα, ούτε καν με το βλέμμα, μιας και τυφλώθηκα μεγαλωμένος στο σκότος της νοερής εξολοθρευμένης φαντασίας μου, από έναν πόλεμο ατέρμονων συναισθημάτων παράκρουσης και ολικής υποταγής στο έλεος της αβύσσου.
Με μισώ γιατί τ' αρώματα που οσφρήστικα, δεν φέρναν κάτι λιγότερο από την μυρωδιά της μούχλας, σαν από 'κείνες τις υγρές ροζιασμένες ταβανοσανίδες, που πλάθουν απάνω τους το δίχτυ οι αράχνες, και κρέμουνται ωσάν νομοταγής σταλακτίτες πάνω από την θύμηση μου, στο υπόγειο της συνείδησης μου.
Με μισώ και για τους ήχους που έσκαψαν τα αυτιά μου, και ας ήταν μόνο της σιωπής παρότι τους έριχνε η άρπα μιας φάλτσα νυχτερινής σκοτεινής καταιγίδας, με αστροπελέκια κι ομοβροντίες ξακουστών μα αινιγματικών ημίθεων.
Με μισώ έως ότου με βάψω κόκκινο με παθιασμένο αίμα σαν κι αυτό που θα φέρει η άνοιξη ξωπίσω της, για να χορέψω τον χορό του πολέμου, μήπως και νικήσω το άλλο μου μισό, που μισώ αντικρίζοντας το στον μισό καθρέπτη μου, από τα τυφλωμένα μάτια της ψυχής μου.


Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

"Το μέλι της ζήσης"

Αν είναι κάτι που πρέπει να λατρεύουμε που γαληνεύει  όσο και γαλουχεί τη ψυχή μας, δεν είναι τίποτε άλλο από τη παντοδύναμη ετούτη θεάρεστη ουσία που συμφορές δε φέρνει, και κρύβει μέσα της την ωριμότητα της σκέψης όλης της πλάσης πάνω στη κορύφωση της, στο χρονικό στίγμα που ανθεί ο έρωτας και χαμογελά το πάθος.
Με το άρωμα της διεγείρει τη φρέσκια μνήμη που θέλει να αναδυθεί, αλλά τη δεσμώνουν οι πληγωμένες θύμησες που αγκιστρόθηκαν στον νου, σαν τον ιστό της αράχνης και αναμένουν νέες συμφορές να στοιβαχτούν στα δίχτυα της, έως ότου τη σφογγοποιήσουν ώστε να μη δύναται να συγκρατήσει κάτι τις περισσότερο από το μολυσμένο αγέρα που διαπερνά τις οπές της.
Με το χρώμα της το χρυσαφένιο, το γήινο το παθιασμένο, που αν το δεις αντίκρυ στο ήλιο θα σου γιομίσει την ίριδα ουράνια τόξα, να κλέψεις λίγο απ'αυτά και με το πινέλο της ψυχής να φτιάξεις τον δικό σου παραμυθένιο κόσμο, όπως τον ονειρεύεσαι πάνω σε καμβά ερωτικά ραμμένο από τα πέταλα των λουλουδιών της πλάσης.
Με τη γεύση της να καθηλώνει και τον πιο αρρωστημένο ουρανίσκο, χτίζοντας τοιχώματα πάθους αγιάτρευτα ικανού να αποτρέψει και τη πιο πεζή αδιαφορία ως προς τη λαγνεία, της "ανορεξίας" που φέρει πλέων ο καθείς λόγο πάνδεινων καθημερινών δεσμών με ανήσυχα ψυχικά γεγονότα που χτίζονται τεχνηέντως από "μακρινούς μεγαλάδελφους" για την πειθήνια συμπόρευση μας μετά πλείστου φόβου ως προς τα καλοστημένα σχέδια των, περνώντας τα από τη θεωρία στη πράξη.
Απλά και μόνο στο "άκουσμα της" να ευφραίνεσαι τη λιτή μεγαλοπρέπεια της ηχούς που αναβλύζει το "ίδιον της ουσίας της" στην τακτικώς δοσμένη ηχορύπανση που πλινθοβολεί τα ταλαιπωρημένα αυτιά μας

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

"Ιθάκη ψυχή της θάλασσας"

Τη ψυχή της θάλασσας ουδείς την εκοινώνησε μιας και το δισκοπότηρο πνίγηκε στο βυθό της εκεί δίπλα στα κοράλλια που πλέκουν οι γοργόνες στα μαλλιά τους και λούζονται με τον αφρό που αφήνει πίσω του κύμα θεριό ακούραστο, και τότε μονάχα γνέφουν του έρωτα μονολογούν τη ζήση που γεύονται οι ναυτικοί οι μπρατσομένοι οι άξεστοι κι ας μεθοκοπούν κοφτά της κουπαστής κι ας τρίζει η κουβέρτα.
Μόνο η νυχτιά η σερέτισσα που χρωματίζει μαύρα όλης της πλάσης τα χρώματα που την ημέρα φέγγουν, σφίγγει τα γκέμια της μεστά μα δεν την εξορκίζει, γιατί πολλά πρέπει να συμβούν για να λαλήσει η ψυχούλα της, να στάξει βραχνό σημάδι.
Μήτε κι ετούτοι οι στεναγμοί που σιγοτραγουδάνε οι αντρειωμένοι μέτοικοι της υγρής αβύσσου που για τύχη τους εδιάλεξαν να φτάσουν στην Ιθάκη, και τους πρόκανε ο θεριστής του χρόνου ο καβαλάρης, κρατώντας τρίαινα γυρτή χιλιοϋπογεγραμμένη και τους επήρε τη ματιά την ακριβοθώρητη, μιας κι έβλεπαν τον έρωτα να έρχεται σιμά τους.
Είναι η Ιθάκη το όνειρο ή το όνειρο η Ιθάκη, γράφουν οι έρμες οι γραφές,  μα η γραφή των σπάει σαν τα φτερά του λουλουδιού του χόρτου εκείνου του κλέφτη, που το κυλά ο άνεμος ως της ψυχής την άρμη.

άρμη που απλώνεις στην ψυχή
του ιωδίου γλύκα
και χωρατεύεις
με φύκια και ιππόκαμπους
αφρούς και αρμυρίκια
αύρα απάνεμη ζεστή
καμάρι ονειρεμένο

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

"Η ψυχή της Κρητικής Λύρας"

Καθώς μου έρχεται στο νου η φιγούρα της από τα πρότερα μου ταξίδια στη μεγαλόνησο, αναπολώ τους ήχους της μάνας Κρήτης που περιγράφονται μελωδικά από τη λύρα της όσο τίποτε άλλο.
Λύρα ρακή κι 'αγρίμι της μοναξιάς μου μνήμη, που σημαδεύει το μυαλό τα χείλη τη ψυχή το μεγάλο όνειρο.Στ 'άκουσμα της ριγά η καρδιά κι ας είμαι μακριά της, ήχοι μεστοί παληκαρίσιοι ερωτικοί, πλιάτσικο κάμουν των φαραγγιών τη θλίψη που τη θωρούν οι αετοί τα 'γρίμια το θυμάρι.
Λύρα στο σχήμα ώριμου αχλαδιού που στέκει ανάποδα, σα της γυναίκας τη καρδιά που αργανασαίνει το ρυθμό του έρωντα και του φιλιού, λύρα στο σχήμα βάρκας που ταξιδεύει τη νυχτιά στα κύματα τ' αρχοντικά, να πιάσει θέλει τ 'άστρα, τη άβυσσο και της ψυχής τη λάβα, να μας πάει στις πλάτες των σταυραετών στου ήλιου τη πραμάτια.
Λύρα που στο κάλεσμα της τρέχεις στον ίσκιο, μάνας αγέρωχης π'αγκαλιά έχει όλα τα παιδιά σα κυνηγάνε ξωτικά και βότανα στα ρέματα και στις υγρές της  ράχες.
Κι αυτοί οι ήχοι οι στεναγμοί λαβώνουν τη ψυχή μου με κάμουν να πονώ να κλαίω δίχως δάκρυ, πικρό σημάδι αβάσταχτο που το ακούν οι ψυχές και γνέφουν στο δοξάρι ,να πάρει γη και ουρανό και να χιμίξει καταγής στου φαραγγιού το ατίθασο νερό που πλένονται τ 'αγρίμια, κελάηδημα γλυκόπικρο που όμοιό του δεν ζει.
Λύρα μέτρο της Κρητικής αντρείας.

σου έταξα στους ήχους της
ρακή και μαντινάδες
να το θωρούν οι αετοί
σα δάκρυ απ 'τις μανάδες