Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

"Μεγαλοβδομαδιάτικα"

Και ήρθαν τα χελιδόνια ανήμερα της Μεγαλοβδομάδας. Σέρνουν μαζί τους εκείνη την ελάχιστη χαρά που τονίζει την Μεγαλοθλίψη των ημερών. Μια χαρά όλο χάρη, μια χαρά από φτερουγίσματα που την νιώθεις σηκώνοντας το βλέμμα ψηλά. Γιατί εδώ κάτω χωλαίνουν τα χρώματα, ξεθωριάζουν αν τα αγγίξεις ακάλεστος.
Κι όμως το βλέμμα επιβάλλεται να είναι κάτω ταπεινά απλωμένο, αλλά και μέσα στην εσώτερη μάζωξη στον αναβρασμό της ψυχής. Εκεί που κοχλάζουν τα συναισθήματα για να βγάλουν το μύρο.
Σημαντική εκ βαθέων λοιπόν η βδομάδα, ζυμώνει την ψυχή με ρυθμό, την χορεύει την σκαλίζει. Κι ύστερα την ξεπλένει την ντύνει την πλάθει, την μαθητεύει να μην τρομάζει στον ίσκιο της. Και πριν την φορτώσει με χαμόγελα της δίνει το μύρο δώρο και φυλακτό συνάμα, να το μοιράσει έξω, εκεί όπου λιμνάζει η καταχνιά.
Ξανασηκώνω το βλέμμα ψηλά, εκεί που ζωγραφίζουν τα χελιδόνια μια καρδιά. Μια καρδιά γεμάτη αγάπη που σκορπά πέφτοντας πάνω στην Μεγαλοθλίψη σαν απόσταγμα γλυκό, τόσο γλυκό όσο.
Τούτη η θλίψη, η ποίηση αυτοπροσώπως.

Θεοδωρίδης Ευάγγελος


Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

"Φρέαρ"

Αγρίεψε επ' αυτού η θάλασσα
σήκωσε μισό βήμα εξομολόγηση
πάφλασε το βλέμμα μου να την αγγίξω
να λήστεψω ολίγον αφρό
κατάλευκο, σαρακηνό
παρθένας άρμη μεθυστικό συγχώριο
στον ουρανίσκο ζευγωτό
με μια αστραπή και μια προνύμφη
μπουλούκι ψημένο αγκαλιά
έλεος δροσιά πυξίδα λήθη

κάλιο το όνειρο της πράξης
ή των ανθών τα βάσανα που επιπλέουν


Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

"Για πάμε για πάμε"

Είναι δύσκολο να αναχωρείς από έναν τόπο όταν τον σκέφτεσαι, έναν τόπο που τόσο απλά σε γέμισε. Φεύγεις αλλά είσαι εκεί, εκεί που χτυπά η καρδιά του Valetudo, μια καρδιά κατακίτρινη σαν μπαλάκι που το κοπανάνε οι ρυθμοί να βρει τον στόχο του, τον σκοπό του την τρέλα του....πέρασμα πάθους το λέει ο νους, αλλά και πείρας ενθουσιασμού ήθους, πέρασμα χαράς άστιγμης θαρρώ. Το νιώθεις από την μια το βλέπεις από την άλλη, το εισπράτεις σε κάθε αντάμωμα λέξεων ματιάς αγκαλιάς χειραψείας...."για πάμε για πάμε" δεν βλέπω γυρισμό, γράφει ο καλλιτέχνης με την λαλιά του....
...."για πάμε για πάμε" φωνάζει και η ψυχή χαμένη, παραδομένη θα έλεγα στον παράδεισο των αισθήσεων που την πλημμυρίζουν ζωντανή, που την εκάμουν περήφανη για αυτά που γεύτηκε, πανευτυχή που έλυσε την μιλιά της την ματιά της την λήθη της....
...."για πάμε για πάμε" χορεύουν και οι ρυθμοί οι αγκαλιές τα βλέμματα, εκείνα τα χαμογελαστά που κολυμπούν μέσα στην αγωνία της επιτυχίας της πρώτης φοράς, την αγωνίας της νιότης γι' αυτό που θε να ζήσει, γι' αυτό που καρτερεί, την αγωνία της σκιάς να βρει το φως της....
...."για πάμε για πάμε" μεγάλη κουβέντα αληθινή, μέγιστη λεξιά, προτροπή στην χαρά και στο σμίξημο με όλα μέσα, με τους αγώνες, με τις συναντήσεις και τις συγκινήσεις, με τις νοστημιές, με κρασί και με ρακή, με αρώματα μεστά της Κρήτης, μοναδικά....
...."για πάμε για πάμε" ωρέ κοπέλια, για πάμε να το ιδούμε της λεβεντιάς το πρόσωπο που το εσκάλισε η γη σας "ολοστρόγγυλα εκατό"....από την μια της άκρη μέχρι την άλλη και ολόγυρα, και παντού και πάντα, απ' όπου ανασαίνει η φιλία....

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

"Αξέχαστο"


Δυο μηδέν ένα τέσσερα, χρονιά κατά προτίμηση τσίλι γκουρμέ. Έτος εντός εκτός και επί τα υπόλοιπα, έτσουξε ψυχές βαφτισμένες σε τσουκάλια, παραδωμένες στον υγρό ψαλμό τους.
Έτος άχωρο, ανολοκλήρωτα παθιασμένο, έτος πλωτό προγεφύρωμα στην άμμο, έτος χιονοζάλης ανεμόγραφτο. Έβλεπε ξωπίσω του αλλά και εμπρός του, με ορίζοντα ατημέλητα ανοργάνωτο αλλά θαρραλέο. Δούλεψε το μεγαλείο του με άστοχες σκέψεις στοχασμών, εύστοχων και μη. Τα είχε όλα, τα έδωσε όλα, τα πήρε όλα, αλλά δεν έφυγε μήτε και ξέφυγε. Πήγε και πήρε από το χεράκι το νέο έτος και μας το φέρνει υπό την προστασία του, ακατέργαστο κρύσταλλο φασκιωμένο στην αγκαλιά του. Να δούμε εντός του πριν θολώσει, πριν γίνει θάλασσα πνίχτρα ή σώστρα, πριν χαραχτεί από το φως ή το σκοτάδι, πριν το μετά αλλά και μετά το πριν, δίπολο φρέσκο τρελά αγιασμένο.
Τι κι αν περάσουμε το κατώφλι λοιπόν, τι κι αν σαλέψουμε το μαντίλι, εκεί και αυτό, όχι για να μας ξεπροβοδίσει, αλλά για να μας διδάξει, να μας προστατέψει με την εμπειρία του, την σκέψη τον μπούσουλα την ψυχή του....δυο μηδέν ένα τέσσερα, τέσσερις λέξεις σε μια....αξέχαστο....

....καλή χρονιά....

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

"Όνειρα πέταλα"

Γόνος βροχής κι αχτίδας είσαι
που αναπνέει σε κοίλα χαμόγελου
κι αποκαμωμένη από έρωτα σιωπάς την θύμηση σου
στα ύστερα της νυχτιάς
στη λάβα της λαμπάδας
και τρέχουν ξωπίσω σου οι ελπίδες χολές
αβύζαχτες, βαλσαμωτές στ' αμόνι
και που τις έβρισκες και που τις έχανες
φλέβες πρησμένες κείτονται
τ' αμφίδρομο μονοπάτι δεν το 'ζησες, ούτε την στάλα του
κι έλεγες να χορτάσεις την τύχη σου, φιλώντας την πυξίδα
μα μια ήττα τόλμησες στα χείλη, από γιασεμί άκορφο
κι από λεβάντας δέμα
κι η τυλιχτή κορδέλα σαν ξέφτισε, σου 'γνεψε μια θυμωνιά αγκάλες
στίβα στ' αγέρα την ξεριά, στίβα δίπλωσες
τούτη την ποικιλία από ξέφτια
όλα παράσημα ανθισμένα


Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

"Φέγγους όνειρα"

Τον δρόμο τον εχάραξε η πεθυμιά σου
αγκαλιά με του φέγγους τα υγρά τρέμουλα
και ήρθε, και ήρθες
κι έλειψε το σκότος ιδανικά
για να σου αφήσει την σφραγίδα του
χτύπα την, χτύπα με, είμαι
στα μάτια σου, στον παφλασμό τους
κέρασε με, του στήθους σου όνειρα
άλυτα όμως, άπιαστα
με πόνο ταπεινά νοτισμένο
στην μνήμη μου, στην μνήμη σου
στην ψυχή σου, ψυχή μου

....αφιερωμένο εκεί που βλέπω....


Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

“ Αποκαλόκαιρο”

Συναισθήματα αέρινα ζεστά
μονοπάτια δύσβατα λακωνικά
στου χρόνου το κύκλο άκυκλα
χορογραφία υγρή εκκωφαντική
δυο τρεις στάλες έρωτα πιο κει
συμφωνίας σούρουπο άτιτλο

ιώδιο και κόκκοι δυσέβρετοι
απώλειας ίριδας και φλόγα
στο μέσα μου ανάγλυφο σπείρωμα
κλεψύδρα γυμνή λιάζεται
μάνταλο και τρίαινα ζεύγος χάλκινο
την κόψη της φιλώ και χάνομαι

https://www.youtube.com/watch?v=QE7ENVI8Smc&feature=share...


Σάββατο 24 Μαΐου 2014

"Στον χρόνο του έρωτα"

....ο έρωτας μέγας ταξιδευτής σε φτιάχνει από τα πέρα, πριν ακόμη τον δεις, πριν τον μυρίσεις, πριν τον γευτείς....τούτος ο έρωτας, μια νυχτιά κοντοστάθηκε στον καθρέπτη να δει την όψη του, να πει τον πόνο του στο άλλο του μισό, και τον μόνον που αντίκρισε ήταν τον θάνατο του....όρισαν λοιπόν μονομαχία μεγάλη τρανή, ώστε να μείνει ένας....μα οι πληγές άνοιγαν έκλειναν ξανά και ξανά και τελειωμό δεν είχαν....και τότε εμφανίστηκε η μάνα τους η αγάπη και είπε να κατεβάσει την αυλαία....και σκότωσε τον θάνατο με έρωτα....
....κι έτσι μένοντας μόνος ο έρωτας, σκέφτεται το δύσβατο μονοπάτι του....λέει να βαδίσει, να τρέξει να χαθεί, να τραβήξει για την μοιραία συνάντηση που του άφησε στο μυαλό η μητέρα του η αγάπη, στο τελευταίο της κοίταγμα....τα χνάρια του στο έμπα της νύχτας τον καλούν να κοκαλώσει, να αδράξει και το χώμα κομμάτι απ΄τον ιδρώτα του, να ποτιστεί κι αυτό με αισθήσεις....
....παραδίπλα στο άνοιγμα, πορτοκαλί τριαντάφυλλο προσποιείται το σούρουπο, ξεγελώντας την τύχη του μήπως και δραπετεύσει από τον καμβά του θύτη....δεν μεγάλωσε για να γίνει μπουκιά φαρέτρας....ωστόσο ο ταξιδευτής το αισθάνεται και ζυγώνει σιμά του....
....άγαλμα πια, εμπρός στον πορτοκαλί παράδεισο, το κοιτά και του λέγει....να κλέψω το άρωμα σου ή να σε κόψω;....κι εκείνο μη μπορώντας να κρυφτεί να διαφύγει ή έστω να συλλαβίσει την υπεράσπιση του, παίρνει το θάρρος και γράφει στα λαμπερά του πέταλα έναν στίχο....

"η ελπίδα μου αγκάθι κι αντίδοτο
ρωγμή της ψυχής σου και δώρο"....

....και τότε ο χρόνος μαράζωσε, ελύγισε, κάηκε....λιώσαν οι δείκτες του κι έγιναν δάκρυ....κι εκείνος στο άγγιγμα πάγωσε....το ελάχιστο αίμα που του απέμεινε, βάφτηκε σούρουπο....κι έφτιαξε τότε μια εσάρπα από πορτοκαλί πέταλα και μια δυο κόκκινες αχνές κηλίδες αίμα, δώρο της μάνας του....κι έμεινε για πάντα εκεί, τυλιγμένος στο αγκάθι....να ποτίζει με το δάκρυ του, τούτο το μικρό, δικό του πορτοκαλί τριαντάφυλλο....



Τρίτη 20 Μαΐου 2014

“Το Στίγμα”

....είναι στιγμές που δεν έχεις από που να πιαστείς, παρά μονάχα από δυο χούφτες νότες, μια φωνή μισοραγισμένη, δυο μάτια τυφλά....κι όμως όλα αυτά είναι ικανά να σε τραμπαλίσουν, να σου ανακατέψουν την ψυχή πάνω κάτω....και μόλις ηρεμήσει κι αυτή σου μένουν κάποια λαθραία συναισθήματα, κάποια ταλαιπωρημένα χαμόγελα, δυο χέρια να σε κοιτάν και να τα κοιτάς....πληγωμένα λάφυρα του χρόνου είναι, που τα βγάζεις βόλτα να πάρουν τον αγέρα τους, να δουν λίγο φως....τούτο το φως το ανίκητο....από αυτό να γιομίσεις τα σωθικά σου, την αδειανή αυλή της καρδιάς και μη κλείσεις ξωπίσω την πόρτα....την μόνη ελπίδα να δεις τα ξωτικά και τις νεράιδες στο όνειρο σου και έξω από αυτό....την ώρα που γεννάει το σούρουπο....λυκόφως αγαπημένο....
....κι ύστερα έρχεται στο κατόπι, μια σταγόνα δάκρυ....ταξίδι χωρίς επιστροφή, ταξίδι ελεύθερης πτώσης ατελείωτο, θαρραλέο....και κομματιάζεται στην έρημη ηλιοκαμένη στεγνή ψυχή σου, κατακερματίζεται σε χίλιες και μία δροσοσταλίδες....αναθαρρεύει από τον λήθαργο τότε η έρμη η ψυχή....βγάζει τον ύστερο αναστεναγμό της και τινάζεται, αφήνοντας πάνω της την μία και μοναδική στάλα δροσιάς....υγρό κλειδί το λέει, δώρο βασανισμένο, το μόνο που γνωρίζει τον κωδικό να εισχωρήσει στην απομόνωση....να φρεσκάρει την μνήμη να λήξει την ομηρία....να ελευθερώσει τον έρωτα....
....και βγαίνοντας έξω ο έρωτας στο φως τυφλώνεται, χάνει τον μπούσουλα του, διαολίζεται....κοντοστέκεται παίρνει τις ανάσες του, κάνει την σκέψη του αδράχτι μέχρι να ξετυλίξει το νήμα, να δει αν αντέχει το ταξίδι στο φως, στο χάος....πιάνει ένα χάρτη ναυτικό τον απλώνει και κόβει τον λεβάντε στη μέση....κάπου άκουσε ότι προς τα ΄κει ζει η χαμένη ατλαντίδα του....που πριν χαθεί ήταν ένα νησί που ταξιδεύει....που είχε στην αγκαλιά του κοχύλια κι έναν φλοίσβο που χόρευε....κάθε που έλουζε την ψυχή της....


Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

"Η Ψηφιακή Δαντέλα"

Στον χωροχρόνο της επιστήμης είναι αριθμημένα ουκ ολίγα στοιχεία που μπορούν να μετατρέψουν την εκάστοτε ενέργεια τους. Το μόνο ίσως που δεν έχει καταγραφεί είναι η ψήφος. Στοιχείο κατά βάση άυλο, αλλά μετατρέψιμο και εφαρμόσιμο σε άλλη μορφή, ιδιαίτερης αξίας. Αξία όπου στην ηλεκτρομαγνητική της διάσταση βέβαια, αποτελείται από επιστήμονες έως απλούς εργάτες ονόματι υποψήφιοι, και από ένα υπερθεματικό ακροατήριο περίσσιας χάρης και ποικιλομορφίας, που ονομάζεται ψηφοφόρος/οι.
Η δυναμική του τεράστια. Κινεί πόδια (από κλωτσιές έως χορευτικές φιγούρες), χέρια (από χειραψίες έως σφαλιάρες), βλέμματα (από ευρυγώνια έως καρφωμένα), αυτιά (από τρύπια ως σφραγισμένα), σε ασύλληπτους ρυθμούς αλλά περισσότερο από όλα κινεί την γλώσσα σε άυλες ηχοχρωματικές συνθέσεις. Και αυτές δεν είναι άλλες από τις λέξεις, προτάσεις, υποσχέσεις, θέματα, διαπιστώσεις, διευκρινίσεις κτλ.
Η τεράστια λοιπόν αυτή ενεργειακή δυναμική παίρνει την μορφή ιστού, κατά προτίμηση θα έλεγα περίτεχνης δαντέλας σαν και αυτή που χρησιμοποιεί για αισθησιακή εσωτερική προστασία-πρόκληση, κομψή αιθέρια ύπαρξη.
Ζητούμενο πάντα οι τρύπες της δαντέλας, αυτά τα ευσεβή ανοίγματα-χασίματα, εάν και πόσο μπορούν να καλυφθούν να ομογενοποιηθούν ως ενιαία, ώστε να μην μπερδεύονται οι ισορροπίες.
Φρονώ λοιπόν, ότι η κοινωνικοπολιτική δυναμική της δαντέλας, μας καλεί να α-ψηφίσουμε την αισθητική της αποκατάσταση που τόσο λατρεύουμε.

Υποφήφιος Τοπικός Σύμβουλος
Βαγγέλης Θεοδωρίδης

https://www.youtube.com/watch?v=eSDWYOaZd7A





Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

"Πιο υποψήφιος πεθαίνεις" (Σατυρικόν)

Μιας και βρισκόμαστε σε προκαλπηαία περίοδο θα ήθελα να σας παρουσιάσω ένα ξεχωριστό ταλέντο, έναν υποψήφιο με πυγμή που λίγο πολύ όλοι γνωρίζετε. 
Δεν ξέρω από που να αρχίσω, από την λεβεντιά την μερακλοσύνη την κορμοστασιά, το αχαλίνωτο τικ στον λοβό του αριστερού του αυτιού, ή την ανιδιοτελή του βλεφαρόπτωση.... 
Ας μη πολυλογώ όμως για να πάμε στα πιο ουσιώδη....
Είναι πρόεδρος, διευθύνων και νομικός σύμβουλος με χρέη κλητήρα μεσοπρόθεσμου χαρτοφυλακίου και λύσεων, ταξιθέτης, μπάτλερ, και παρκαδόρος κινητών τηλεφώνων, στην θυγατρική οφ σορ εταιρία του δήμου ονόματι ΔΗΜΟΝΤΕΡΤΙΑ.
Έχει αναγάγει την εργασία του σε επιστήμη όσο κανένας άλλος σε τούτο το πόστο, μιας και το ακαθόριστο τουριστικό προϊόν της πόλης μας ταξιδεύει διεθνώς επί της εποπτείας του....
Σας παραθέτω μερικές μόνο από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του....
-Αξιοζήλευτη συμμετοχή στην διεθνή έκθεση "σπαραγγιών-σαλιγκαριών" στο Γιβραλτάρ.
-Πρώτο βραβείο στην διεθνή έκθεση "ριγέ θρούμπας" στο κάτω Βλαδιβοστόκ.
-Ενεργή συμμετοχή στην διεθνή έκθεση "λεπιού-αυγοτάραχου σαρδελομάνας" στα Ιμαλάια.
-"Χρυσό τσεμπέρι" για την βιολογική λεύκανση μαύρης ζάχαρης στην εμπορική έκθεση "Kourabiedes" στην Γη του Πυρός.
-Ειδικό βραβείο περιτυλίγματος σε πρότυπο αγώνα "γεμιστής λαχανοσφολιάτας" στην Μαδαγασκάρη.
-"Καυτό τσουκάλι" στην κλαδική έκθεση κρύων χωρών "Anadromos Ouraniskos" στην Γροιλανδία.
-Πλατινένια ετικέτα σε δοκιμασία οινοθεραπείας στην ημιδιεθνή έκθεση "Alkooltsene" στο βόρειο Αζερμπαϊτζάν.
Επόμενος στόχος του, η αδελφοποίηση της πόλης μας με την πόλη Ouigias (Ουτίγια διαβάζεται) στην Ανατολική επαρχία του Κατμαντού για την περαιτέρω σύσφιξη εμπορικών σχέσεων, με σκοπό την ανταλλαγή τεχνομεταφοράς και βιολογικής συσκευασίας τροφίμων, π.χ θα εξάγουμε αλίπαστη ψαρομπομπότα και θα εισάγουμε φιλέτο ταραντούλας που κάνει καλό στα όνειρα μας.
Λάτρης της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας, περνάει ώρες χαλάρωσης μέσα σε κιούπι απαγγέλοντας Ερωτόκριτο και Σαπφώ.... υπό την συνοδεία πιανοτρομπέτας. Δεινός εμπνευστής-λογοθεραπευτής εφαρμοσμένης μαντινάδας, έχει κερδίσει σε δεκάδες αγώνες με βοσκαράδες Κρητικούς, και πάντα με έπαθλα τριμμένη μυζιθρογραβιέρα, συγκλινοαπόκλινα αντικριστά, απακιομπούρεκα, σκαλτσουνοπουρέδες, χοχλιοφονδάν και άλλα....
Γαλαζοαίματος από στάνη στην καταγωγή, έχει συνοδεία-προστασία του τον φανταστικό αντιμύδαρχο, όπου γυρνοβολάν στις οικίες ψυχοφόρων, συλλέγοντας αυγά για ομελέτα. Είναι ειδικός στο σπάσιμο αυγών.... τόσο καλός ώστε τον κάλεσε ο Σκαρμούτσος για κοινή εκπομπή σε γνωστό σεφοκάναλο.
Έτσι όπως τον εβλέπω με την προσωπική μου ματιά, μου φέρνει κάτι σε μιξάζ Μαυρογιαλούρου-Γκόρτσου-Οτσαλάν-Τσε.... τσε πάλι αριστερά, τσε πάλι δεξιά, φτάσαμε.
Επίσης θα μείνει στην ιστορία της πόλης ως ο πρώτος που έφερε τουριστικά κρούζερ-υπερκάηκα στο λιμάνι μας και έξω από αυτό.
Γεννημένος χιουμορίστας μακρινός συγγενής του Αρκά, γνωρίζει απ' έξω όλες τις εικονογραφημένες ιστορίες του Κάρχη, Ραν-ταν-πλάν, Μπόζο, Λόλεκ, Μπιμπ-Μπιμπ, Αγκαλίτσα, κτλ.
Όραμα του για το πολύ μακρινό μέλλον, η κατασκευή-δημοπράτηση πολιτικού φορέα ονόματι "Το Μπρόκολο" για μια εικονική κοινωνία ουσίας.

*Το παρών κείμενο υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα της SKILAKIS-KARXIS-GOTZILAS Μ.Κ.Ο
*Επιτρέπεται με απαγόρευση η αναδημοσίευση του εν λόγο κειμένου.
*Οι τυχών παραβάτες θα τιμωρηθούν με την δίαιτα του οσπριοσαλούμπαρδου.

Υποφήφιος Τοπικός Σύμβουλος
Βαγγέλης Θεοδωρίδης




Σάββατο 12 Απριλίου 2014

“Ιφ γιου γκόου karvouno”

Που χάθηκες φιλαράκι; -Άσε μόλις βγήκα από μια φωλιά για τερμίτες. Μπήκα για ένα αυθεντικό τατουάζ μπας και πλανέψω τις ρυτίδες μου. Τόσο ήλιο στο κορμί μου, τόσες αχτίδες πάνω μου σε σχήμα χορτάρινης σκούπας, που να αντέξει το έρμο, κομμάτια....
-Έλα τώρα αφού έχεις και δεύτερο σώμα φτιαγμένο από πηλό, όπως λέει και ο αοιδός.
-Ό δικός μου ο πηλός έχει και λίγη κοπριά μέσα, απ' αγρίμι βέβαια, αλλά άστο καλύτερα, τούτο το σώμα εξαιρείται του έρωτα και της αγάπης. Είναι ψηλότερα και απ' τα δυο έχει τον έλεγχο τους, δίνει παίρνει μαλώνει, κλαίει αναχαιτίζει χτυπά, παίζει πόκερ με το όνειρο, παραπλεύρως κρεοπωλείο-πωλείται φρέσκος χυμός....Μαζί του ονειρεύτηκα έζησα ομολόγησα και ανομολόγησα τα πως και τα τίποτα. Ρίχτω στο ορεκτικό καβάλατο φύγε πέτα το. Τα σέβη μου δεσποινίς η καρδιά σου έχει έναν λεκέ, αλλά έχω και ένα σκουριασμένο πλυντήριο ψυχών, άμα δουλέψει χάρισμα σου.
Κι ύστερα ήρθε η Λουμμπούτιν με το μέτρο, μασάζ και γόβα με χωρίς λάδι, αλλά που; ιπποπόταμος βλέπεις δεν τρυπιέμαι με τίποτα. Κάθε που ανοίγει η πόρτα-το θόρυβο μου μέσα- οι αναστεναγμοί πηγαινοέρχονται πατημένοι, γόβα ή πλάστης, δεν ξέρω! Κανείς δεν μου είχε πει ως τώρα ότι υπάρχουν ιστορικοί μεντεσέδες.
Άνοιξα ένα σακούλι αλάτι χοντρότατο τρικυμιασμένο, χαλάλι είπα και το 'πνιξα στην μπανιέρα μαζί με πασχαλιές κρίνα και ρίγανη, έτσι για να φτιάξω βυθό. Βλέπεις τα φύκια και οι μεταξωτές κορδέλες δε βγήκαν ακόμη στις αγορές.
Τελευταία τα έχω και με τον καφέ, δε μου κάθεται βρε παιδάκι μου. Εκεί που βράζει αντί να φουσκώσει και να χυθεί, σκάει. Οι φουσκάλες δεν αντέχουν άλλη θαλπωρή και μπαμ. Βέβαια φταίει και η αφίσα “του Βεζούβιου” που κρέμασα απέναντι για να καλύψω τον δρόμο του νερού από το ταβάνι στα πατώματα. Τέλος πάντων, το είπα φαινόμενο “ναούμ”. Το μελετάω εξ αποστάσεως. Φαντάσου “ναούμ” στο μάτι μου. Λες να φταίει η “τόση μαύρη ζάχαρη” που φέρνει αντίσταση; Οκ, έναν σκέτο τότες σε χωρίς φλιτζάνι.
Κάρβουνο κάρβουνο φώναξε μια φωνή μέσα μου. Τι το θες βρε....εεεε....να ρίξω καμιά σκιά πάνω μου να χαθώ στη νύχτα....

....”If you go away”....φαλτσάρει το ράδιο....

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

"Ερωμένη την λες"

Μια πόλη, μια γυναίκα, μια θεά. Ποια από τις τρεις άραγε θα χωρέσει στο γοβάκι του μυαλού μου, του μυαλού σου, ώστε να σύρει τον χορό;
Σώπα και άκου. Άκου τα βήματα και ύστερα δες. Δες με το μέσα σου την χορογραφία, στο φως στην σκιά, στην ανατολή στην δύση.
Υγρός ζωντανός παράδεισος θαρρώ, μιλάει φωναχτά σχεδόν εκκωφαντικά συνήθως. Αλλά η σιωπή της, τούτη είναι που οργώνει τα βλέφαρα καθώς βγάζουν το νυχτοκάματο τους. Εικόνες για μένα αλλά και για σένα, εικόνες που έρχονται και φεύγουν, εικόνες που τρέχουν αλλά και που παγώνουν, εικόνες κολλύριο για τα ξένα μάτια αλλά και για τα γνωστά.
Εκατοντάδες χρώματα την μέρα, μυριάδες σκιές την νύχτα, υμνούν τον καλλιτέχνη τις αισθήσεις τον έρωτα.
Γυναίκα λοιπόν, ίσως γιατί εκφράζει πιότερο την ζήση που αντιλαμβάνομαι μαζί της, αλλά και το όνειρο που με συνεπαίρνει τα μέγιστα, ώστε να μη την έχω απατήσει ποτέ στην ψυχή.
Θηλυκό ντόμπρο που διαχειρίζεται τις σκιές του μαγικά, βγάζοντας τον σκηνοθέτη τρελό, σαστισμένο, εκτός προβολής, ανήμπορο να κουμαντάρει τα εικονοστοιχεία του.
Κόρη με ήχους βροντές, σιωπές και μελωδίες, για χορούς κυκλωτικούς και άκυκλους, χορούς που καίγονται να σε πιάσουν απ' τα μέσα σου να σου μάθουν τα βήματα, να πας παραπέρα να πας ίσα για βουτιά.
Αμόλυντη παρθένα μα και πρόστυχη, γεμάτη ηδονή, γεμάτη καμπύλες λυτρωτικές που λαμπυρίζουν στον ήλιο, που ερωτεύονται στην σκιά. Αυτό όμως είναι το τραγούδι της σκιάς, που αφήνει τα χρώματα να μπαινοβγαίνουν από τις θαρραλέες εικόνες της μέρας, στις φοβισμένες σέπιες της νύχτας, που κατατρέχει το όνειρο, που μεγεθύνει τον έρωτα στο κορμί της.
Εργόχειρο της, η δαντέλα με τις εικόνες. Μαϊστράλι και αστροπελέκι, πούσι και άρωμα, καμπάνα και δόλωμα, πανσέληνος και ξόβεργα, όλα εκεί κι άλλα τόσα να μαρτυρούν τα πάθη που μπαινοβγαίνουν στην δαντέλα της.
Πόσο με εξιτάρει το καθαρό φως πάνω της-εκείνο που ζηλεύεις σαν καλοκαιριάτικο μαύρισμα-πόσο με παρασέρνει η παγωμένη ανάσα της, λες κι έρχεται από τον σταυρό του Βορρά.
Ε ναι για, αυτή είναι η πόλη μου, πατρίδα μου, ερωμένη, βάσανο μου που έχει χαραγμένο στα εσώψυχα της τον σταυρό του Βορρά, τον μύθο της κρυστάλλινης πριγκίπισσας που ερωτεύεται τον χρόνο της όσο την πιπιλάμε....

Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

"Μετά την επιστροφή"

Δώσε μου ένα χάδι είπε μια φωνή μέσα μου. Αυτό είναι το μαγικό χάδι που μπαινοβγαίνει στην δαντέλα της ψυχής γράφοντας τον λαβύρινθο του έρωτα. Ανερμάτιστος ο έρωτας πηγαινοέρχεται κι αυτός δίχως να ξαποστάσει να πιει δυο χούφτες νότες, να δροσιστεί. Τρελός ο ρυθμός του δεν γράφει συναίσθημα ορατό, μόνο αφήνει κάποια ηχοχρώματα να δέσουν να τυλιχτούν στο κενό της, εκεί που δεν λιώνει ο πάγος. Το άρωμα της πενταδιάστατο καταφθάνει από παντού, σαν γιατριά στον τρελό που όμως δεν πιάνει. Μια ώριμη ματιά της υγρή κατά προτίμηση κι ας προήλθε από αναταράξεις, κάνει το είδωλο να σείεται ποικιλοτρόπως ώσπου να σπάσει.
Δεμένος στα γκρέμνα της, υπομένω την σιγή σαν μαστίγωμα στο δέρμα μου, για να πάρει η ψυχή το μάθημα, να λυθεί να τρέξει ξωπίσω της, πίσω από το άρωμα της.
Τούτο το άρωμα το νιώθω παντού. Η διαίσθησή μου λέει να γράψω την μελωδία του έρωτα πάνω σ' αυτό. Άλλοτε πάλι μου γνέφει να βουτήξω στα μάτια της να κάμω το ταξίδι δίχως γυρισμό, με πυξίδα την ένταση της ανάσας καθώς λυγά απ' το βαρύ φορτίο. Τα πριν και τα μετά δεν έχουν γνώμη.
Αφέθηκα στον γυρισμό. Ο φόβος έτριζε την γέφυρα καθώς περνούσα δυο φορές. Πας και δεν έρχεσαι λέγαν, αλλά το πέρασμα πρέπει να το δεις να το κατανοήσεις, να το ζήσεις και ανάποδα. Έτσι νυμφεύεσαι την σοφία του μετά, την σοφία των εκλεκτών των λίγων καθώς ερμηνεύουν τα κρυπτογραφημένα όνειρα με μια σειρά πρωτόγνωρη. Πες το περιέργεια τόλμη, πες το ερέθισμα, όμως το ταξίδι ολοκληρώθηκε. Ένα ταξίδι κρυφής επιστροφής από την χαμένη πύλη. Ταξίδι σπουδής πόνου και ηθικής, κατευόδιο στην παλιά ψυχή. Εμπόδια πληγές λαξευμένες ρωγμές δεν κατάφεραν να κλείσουν θέση εισιτήριο 'μα θες για τα πέρα, για το άπειρο.
Έτσι πρέπει-αποφάνθηκε η αγκαλιά στο δικαστήριο του πόνου. Και το χαμόγελο και το χαμόγελο, και το φιλί και το γέλιο και το χάδι, όλα στην υπεράσπιση για τις αχτίδες της αλήθειας. Η απόφαση χαραγμένη στην δύση με βατήρα την ανατολή. Και η έρμη η νυχτιά δικαστής του ονείρου, όσο κι αν χτυπήσει το ψυχόσφυρο στην έδρα της, στηθοπαλεύει κι αυτή τα παλιά της καμώματα. Αλλά τελικά κουρνιάζει κάπου εκεί πρυμνά της βάρκας. Περιμένει τον χρόνο να δουλέψει τον ήλιο μέσα της, να αποξηράνει τα κατακάθια της επώδυνης σάρκας, να αναχαιτίσει την έπαρση της μνήμης. Κάποιες ελπίδες δεν είχαν λιώσει τελικά, αλλά όπως και στην δαντέλα, την δύναμη την μετράς στα ανοίγματα στις τρύπες στα χασίματα.
Αυτό είναι, μια βάρκα μοναδική που κυνηγάει φλοίσβους που κοντοστέκεται για λίγο στα βότσαλα που χαράζει την άμμο....
Μια βάρκα με τον χάρτη του έρωτα στο πέτσωμα της....

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

“Η Λήθη και ο Κλέφτης”

Οι μέρες ετούτες ξακουστές στο καταχείμωνο, ωστόσο εγώ ζω τις νύχτες. Τούτες λοιπόν είναι οι λεγόμενες Αλκυονίδες νύχτες, εθισμένες στον έρωτα, απαράμιλλα διαθέσιμες στα πλοκάμια της φαντασίας και του πόθου, σε αντίθεση με τις ημέρες που κυλάνε σε νηνεμία.
Έρχονται συνεχώς αβίαστα να συν-παρασύρουν το κοινότυπο, να χλευάσουν με γκριμάτσες το υποτιθέμενο σταθερό πρωινό χαμόγελο, να γελοιοποιήσουν την κλειδωμένη αγκαλιά.
Νύχτες θέατρο σκιών από κορμιά φευγάτα στο όνειρο, κρεμασμένα στην υγρασία των μικρών δεικτών του ρολογιού, με βλέφαρα σαγηνευτικά ανάκατα να συλλέγουν ιδρώτα για να γλιστρήσει το όνειρο να προχωρήσει.
Μα τα κορμιά σφιχτοδεμένα από την φαιά του μυαλού που είναι ένα, παρακάμπτουν την σάρκα και γίνονται αίσθηση, κάτι λιγότερο από καπνός, δεν αναπνέουν δεν αναπνέονται, είναι όμως εκεί στο μυστήριο της θηρεύτρας νυχτιάς, εκείνης που σαμποτάρει την ημέρα, που έκλεψε την καυτή του ήλιου σφραγίδα της, για να μαρκάρει τις ψυχές που γεύονται την φήμη των πιο αλλοπρόσαλλων νυχτών.
Τσακ τσακ...έφυγε η πένα από το χέρι μου σκάζοντας στο ξύλινο πάτωμα, θυμίζοντας με ότι πρέπει να ανοίξω τα μάτια και να σφαλίσω το όνειρο για υστερότερα.
Άργησα κάποια δεύτερα να βγάλω την ανάσα μου, μάλλον με συνεπήρε η σιωπή. Η εσωτερική μου φλυαρία δεν άφησε να αναδυθούν και τα υπόλοιπα μου συναισθήματα. Η καρδιά μου κλειστό κοχύλι που μέσα της μάχονται οι χαρές και οι λύπες. Φευγαλέα στιγμή ήταν, αλλά τελικά την είδα. Την είδα την άνοιξη πριν κοπιάσει για τα καλά. Της πήρα ίσα ίσα δυο κουβέντες, τόσες ώστε με το που σήκωσα τα βλέφαρα είχε εξαφανιστεί.
Είναι πολυδιάστατο τελικά το όνειρο. Μέσα σε αυτό αναπνέω, μέσα σε αυτό ζωγραφίζω το μονοπάτι μου. Θα ήθελα να έχω κλωτσήσει κάθε στερημένο χαμόγελο, να το στείλω σε λιβάδι οργωμένο μήπως και ανθίσει. Είναι το λιβάδι της λήθης, της λήθης μου. Και η αφέντρα του λιβαδιού εκεί ανέκφραστη, ατάραχη, περιμένει να την εζυγώσω.
-Να 'μαι λοιπόν εδώ μπροστά σου, σιγοψιθυρίζει η ψυχή μου.
-Είμαι η Λήθη, τι σε έφερε απέναντι μου παλικάρι και πως σε λένε; απαντάει η ψυχή της.
-Κλέφτη με λένε, Κλέφτη ψυχών....

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

"Ανάπλους"

Φεύγω
πατώντας το πράσινο
χλευάζω την μοίρα πίσω μου
ντύνω με φως τα όνειρα
τον λατρευτό ανάπλου
την προσμονή των άλλων
την φευγαλέα κραυγή τους
την ευτυχία τους


κρατώ τις ρανίδες λεύτερες
και τα φτερά μου 'λιάγγιχτα
ελπίδες μου ανθόπλεχτες
την άνοιξη θα ’λώσω

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

"Η πανσέληνος της απουσίας"

Την άλλη όψη του φεγγαριού, την σκοτεινή, ελάχιστοι την λογίζουν. Ίσως ο φόβος, ίσως η ανασφάλεια, ίσως πάλι η άγνοια, κομίζουν δύσκολη την εξερεύνηση στις βαθύτερες ρωγμές και στους κρατήρες. Μα εκεί που στενεύει το όριο, εκεί στο δυσδιάκριτο φαίνεται η θέληση, η εφυία αν θες για το αδύνατο, για την συνύπαρξη της ιδέας, την όσφρηση του αόρατου συναισθήματος εντός της σχάσης.
Να βλέπεις το ολόγιομο όταν δε σε βλέπει, να του λες λόγια όταν δε σ'ακούει, να απλώνεις τα χέρια σου όταν φεύγει, να το ζεις στην απουσία του.
Ταξιδεύω με την πανσέληνο που λείπει, και με τις αισθήσεις μου συλλέγω την αύρα που άφησε πίσω της. Μπορώ να την τυλίξω επάνω μου, να χορέψω μαζί της, μπορώ να την ρουφίξω, μπορώ ακόμη καλύτερα να την βάλω σε γυάλινο μπουκάλι ως κορυφαίο άρωμα να την έχω πάνδα πλάι μου, μα πιότερο μπορώ να την ζεστάνω με την τριβή της ψυχής μου, έτσι όπως είναι γυμνή.
Η ψυχή όταν τρίβετε μαλακώνει και ανοίγοντας το σεντούκι με τα εργαλεία της γίνεται ο κατάλληλος μάστορας για την οποιαδήποτε ρωγμή, ακόμη και στον βαθύτερο κρατήρα.
Εργαλεία;
Ναι εργαλεία, όπως μια ματιά, ένα χαμόγελο, ένα φιλί, μια αγκαλιά, μια λέξη, μια κουβέντα ψιθυριστή, ένα χάδι, και όλα αυτά μέσα από την σιωπή της, κάτι σαν μακρά παύση της ανάσας ως την επόμενη, σε χρόνο όμως ταυτόσημο της κυκλικής αίσθησης του έρωτα που προσπαθεί να εγκαταλείψει την ύπαρξη του, την νύχτα της ανάστασης του.
Ετούτη η σιωπή, η συνοδοιπόρα εντός της απουσίας, παίρνει αξία αντιστρόφως ανάλογη του κενού που ηθελημένα άδειασε.
Έτσι λοιπόν δεν άντεξα και έβγαλα το χνάρι της ψυχής μου, το άπλωσα απαλά-μην την ξυπνήσω-πάνω στην άλλη όψη της σελήνης μου, και ήταν ολόιδιο, μα τόσο ίδιο που δεν μπόρεσα να το ξαναφέρω πίσω.

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

"Στο παραθύρι του Οκτώβρη"

Οκτώβρης, και τα αποδημητικά ήδη τα φύσηξε ο βοριάς στο νότο. Ερήμωσε εν μέρη ο ουρανός αλλά το κενό γιόμισε με πορτοκαλόγκριζες ανταύγειες σχεδόν κάθε δείλι. Αυτό το δείλι μελετούν οι του έρωτα παθόντες χωρίς σχόλια. Μόνο χαμόγελα ψυχής και ρωτήματα. Ερωτήματα υγρά γκρίζα ζωντανά, άλλοτε πλυμένα με δάκρυ κι άλλοτε με χυμό από συναισθήματα ανόθευτα, να δίνουν την δική τους φευγαλέα εξήγηση για την ευδαιμονία του δειλινού, για την άλωση του έρωτα.
Άλωση του έρωτα, μεγάλη κουβέντα από που να την πιάσεις να μην πληγωθείς, από πού να την πιάσεις να μην ευχαριστηθείς. Δεν το'χει ο νους μου να φλυαρεί για την καρδιά, μα ξέρει το μονοπάτι να πάει να έρθει. Στο διάβα του μαζεύεις ότι χρήσιμο μα δεν πλησιάζεις στα γκρέμνα, τα βλέπεις μαγεύεσαι σιωπάς, ώσπου να φτάσει η ώρα να γίνεις πετούμενο αν μη τι άλλο αγριμόφτερο. Τότε μόνο αγγίζεις το κενό και αφήνεις το ρέμα να σε βγάλει στα σούρουπα.
Ετούτα τα σούρουπα λοιπόν έρχονται ξανά και ξανά είτε σαν εικόνες είτε σαν αναμνήσεις να ντύσουν το χρόνο που περνά, την πεθυμιά του ονείρου, να πάρουν μέτρα για την ερχόμενη άνοιξη, να εκκινήσουν για να ξαποστάσουν. Σκιές του τώρα αχτίδες του ύστερα.
Κάποιοι λοιπόν ψάχνουν ένα παγκάκι να γείρουν, όχι όποιο κι όποιο μα το κατάδικο τους παγκάκι, εκείνο που κρατεί το άρωμα της σάρκας τους, το άρωμα της ψυχής τους. Κάποιοι άλλοι πάλι μετρούν του φλοίσβου τις ρυτίδες καθώς σχηματοποιούν τις αναμνήσεις τους νοσταλγώντας τα αποδημητικά τους.
Και η μαγεία της εποχής στον καθρέπτη της άνοιξης, μοιρολογεί τις πληγωμένες ψυχές πρότερα, μα ύστερα τρέχει να ερμηνεύσει τον λόγο για τούτο το συναπάντημα. Κι ο λόγος όσο κι αν φαίνεται τρανός άλλο τόσο στοιχειωμένος είναι, μιλημένος να πλανέψει τις ψυχές με την βοήθεια του δειλινού και του φλοίσβου, τώρα που λείπουν και τα αποδημητικά.
Και πως είναι να γροικάς τον έρωτα; με ρώτησε μια ψυχή.
-Η ανάσα, η ματιά, το άρωμα, ξέρουν μα δε μιλούν, γιατί είναι σαν να σφαλίζεις τον έρωτα, γιατί τα μυστικά του πρέπει να λάμπουν, να ξεδιπλώνουν στα δειλινά που σέρνουν ξωπίσω τους τα αποδημητικά.
Μάλιστα, τώρα μιλάς καθαρά, την άκουσα να λέει, τόσο που αποκοιμήθηκα αχνά μέσα στην φρεσκάδα του ονείρου μου.....


Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

" Ταξίδι η στίλβη "

Τούτο το γνωστό σούρουπο με τυρανούσε από παλιά. Το θυμάμαι απ' τα παιδικά μου σαν τώρα, πάνω στ' ακροθαλάσσι να περιμένω να βγει το ολόγιομο του Αυγούστου ποίημα, καταμεσής της θάλασσας ν' ανάψει το μονοπάτι του να χαθώ. Πολλές φορές ήμουν εκεί απέναντι. Η μνήμη όμως όπως και τότε, με βασανίζει ακόμη στην μοιρασιά της αίσθησης που ήθελα να χαρώ, στην αρχή με φίλους κι αργότερα με μια αγκαλιά μοναδική. Και τούτη η αγκαλιά πολλές φορές ήρθε κι έφυγε, μα ποτέ δε με γιόμισε την αξεπέραστη αυτή νύχτα, μια νύχτα δίχως αύριο, δίχως χθες. Κάτι το έχει η πέτσα μου αυτή τη διαολεμένη νυχτιά και δε λιώνει. Και καθώς συλλογιέμαι το μονοπάτι που ασημίζει απ' το πουθενά, δε μένει παρά μονάχα το όνειρο, η ελπίδα της μετέπειτα χαράς ως σκέψη παρά ως παρών.
Να σου λοιπόν η στίλβη να μου γνέφει. Γονατιστός χαϊδεύω την άκρη της ψηλαφώντας τις μπροστινές κουκκίδες άμμου, κι αφήνω το βλέμμα μου αψηφώντας την μοναξιά, να νιώσει το μονοπάτι της. Θα μουν τυχερός αν τούτη η θαμπάδα στίλβωνε την σκουριασμένη ψυχή μου.
Αυτό είναι, κάθε που ανταμώνω το φέγγος, το φέγγος μου, με όποιο τρόπο κι αν με βλέπει, σε όποια νύχτα κι αν λουφάζει, ο νους μου αναγνωρίζει μόνο το γιόμα τ' Αυγούστου. Και Αύγουστοι ουκ ολίγοι με χαιρέτισαν, μου βγάλανε εισιτήριο δίχως επιστροφή μα ποτέ δεν έφτασε στα χέρια μου. Το μόνο εισιτήριο που έχω, είναι για να φυγαδέψω το όνειρο σε μια ψυχή, σε ένα νησί που ταξιδεύει.

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

"Δανεική σκιά"

Μεθυσμένες ξερολιθιές από ήλιο
με φλέβες τραχιές σαν τον έρωτα
πόσες χιλιάδες ήλιο θε για να στρώσουν

παίδεψα το σκαρί μου στο φως
κούρσεψα της ψυχής το σκοτάδι
μια φυλακή μια λέξη δίχως χάδι

στη σκιά σου γράφω ένα στίχο
ψάχνω το νυχτολούλουδο που ανθεί την μέρα
να ξεδιψάσω θέλω στην ανάσα σου

μα ετούτη η ανάσα με κυριεύει
θέλεις το όνειρο για ρότα
ή ένα φιλί με ένα κερί σε μια τραμπάλα



Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

"Διάφανος"

Κάποιες στιγμές έχω την ανάγκη να δω κάτι το εξαιρετικά αγνό. Θα ήθελα να το δω μπροστά μου, ή να κλείσω τα μάτια και να το φανταστώ, ή ακόμη να το δω στο πιο κρυφό μου όνειρο κι ας μη το θυμάμαι.
Συνήθως το αγνό αναφέρεται στο λευκό, εμένα όμως μου πάει το μαύρο. Είναι αυτό που δένει με τον ψυχισμό μου, μόνο και μόνο γιατί είναι το ισόβαρο της νύχτας, μιας νύχτας δίχως άστρα και μπούσουλα, άχρωμης άοσμης άηχης, κενής. Έτσι την έχω ταχτοποιημένη στο νου μου, για να μπορώ να την πλάσω στο καρδιοχτύπι της ξελογιάστρας ρυθμικά.
Ρυθμός, μαγική λέξη, κολακεύει κάθε τι στεγνό, αλλά και καθορίζει τα ανάμεσα άχωρα συναισθήματα για να προβάλει το μετά. Το ουσιώδες ετούτο έναυσμα το μεταδίδω-μεταπαίρνω αλλά και το μεταπερνώ ισορροπημένο στο επτάγραμμο των αισθημάτων, έτσι απλά για να αποδειχθεί ότι ο έρωτας είναι εφτάψυχος, άρα σημαδιακός και ολοκληρωτικά συναισθηματικός.
Στις υπέροχες στιγμές λοιπόν που εξιτάρουν τις αισθήσεις μου, τοποθετώ δυο μάτια μπροστά από τα δικά μου, όχι όποια κι όποια αλλά τα δικά σου μάτια, να δεις να δω. Και κάπου εκεί η κορύφωση της πρώτης αχτίδας, αποστέλλει στην ψυχή το χαμόγελο που της έλειπε τόσο καιρό, το χαμόγελο σου. Προσπαθώ να συλλάβω το χρώμα που δεν υπάρχει πίσω από τα μάτια σου. Είναι διάφανο σαν το νερό που κολυμπάς  πριν ξυπνήσεις. Ώστε έτσι μονολογώ, το κρατάς σκόπιμα διάφανο καθάριο, για να το λερώσω γλυκά με τις αισθήσεις μου. Όχι όχι μη ξυπνήσεις, την καλημέρα μου δεν θα την γευτείς πριν φύγω, αφού ακόμη και το όνειρο περιμένει τον ιχνηλάτη που θα σε φέρει στο μονοπάτι της ψυχής μου.
Από μακριά συλλαβίζω το όνομα σου, κι αυτό γίνεται στίχος. Θα ήθελα να με αγγίξεις, όπως οι πρώτες νότες του πρώτου αηδονιού, που ακούσαμε αγκαλιά εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα σαν κόπασε η τρικυμία. Τώρα ξέρω γιατί ζω την νύχτα, αφού τα χρώματα που δεν βλέπω, τα νιώθω μέσα στο μελαχρινό σου καταφύγιο.
Καταφύγιο, λιμάνι, φωλιά, εσάρπα, ένα πλεχτό ζεστασιάς ανοιξιάτικης όμοια με αυτήν που φέρνουν τα αποδημητικά από το νότο. Και η μνήμη να αχρηστεύεται επιλεκτικά, για να άρει τυχόν ραγάδες που θα αφήσουν πίσω τους τα φτερωτά, εκτός κι αν βαφτιστούν εντόπια.
Μνήμη χαμογελαστή συνταξιδιώτισσα στον έρωτα, καθότι η άλλη η αγέλαστη μόνο έχθρα νυμφεύεται.
Κι εσύ είδωλο μου στο κατόπι του έρωτα λυγάς, για να αποτυπώσεις με το φιλί σου το εσωτερικό μου εκμαγείο, να κλέψεις τον κόσμο μου, για να μου τον χαρίσεις όταν σου λείψω, ως διάφανο.

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

"Νυχτιάς κρίνα"

Τα ανοιξιάτικα βράδια φιλοξενούν την ανασφάλεια της ημέρας, κι ύστερα καταλήγοντας στο μεταίχμιο της αυγής στάζουν δάκρυα που θα τα νιώσει η μέρα θα ποτιστεί κι αν έχει την πνοή των κρυφών πόθων θ'ανθίσει.
Παρόλα αυτά εκείνο που βλέπω ν'ανθίζει είναι η μεταβλητότητα της ψυχικής διάθεσης, καθώς κονταροχτυπιέται με τα ασταθή καιρικά χάδια της εποχής, φτιάχνοντας έναν καμβά που ο καθένας θα ζωγραφίσει με τις δικές του χρωματικές και μη σκέψεις.
Παίρνει λοιπόν η ψυχή το πινέλο της, στύβει τα χρώματα που της απέμειναν και φτιάχνει κάτι περίεργα αφηρημένο, με εκτόπισμα ευλύγιστου συναισθήματος και θέσεις αναμονής για αποταμίευση γιατρικού, που θα χρειαστεί σε κάθε χαρακιά γραμμένη από το μελάνι του έρωτα.
Γυρνάω κι εγώ τον καμβά ανάποδα και τι να δω, η αγάπη φλερτάρει με τον έρωτα, η λογική με το πάθος κι όλα μαζί βασανίζουν ασταμάτητα την ψυχή, την βιάζουν την χαϊδεύουν την δροσίζουν την καίνε την κλωτσάνε την φιλούν την ματώνουν την αγκαλιάζουν.
Πάντα είχα μια αδυναμία στα ανοιξιάτικα κρίνα. Είναι η ίδια αδυναμία που αυγατίζει τον γρίφο της μέθης για την λύτρωση των άκρων. Ωστόσο καθώς τα βλέπω να ζωντανεύουν στον πρωινό ήλιο με την πάχνη να μαλακώνει τους έντονους χρωματικούς τόνους, συλλαμβάνω την αίσθηση ότι το άρωμα είναι το άγγιγμα της πιο θερμής πρωινής αχτίδας στην καρδιά που ψάχνει τον χιτώνα της.
Όσο σπουδαίο το άγγιγμα της φύσης, άλλο τόσο και το αέναο της ψυχής, τούτο το χορταστικό πήγαινε έλα στους νόμους του χάους.
Και οι καρποί της αναζήτησης είναι που με κάνουν να μεταμφιέζομαι σε φυσαλίδα από το αλφάδι του έρωτα, μη μπορώντας να ισορροπήσω στις μουσκεμένες από το δάκρυ ψυχές, που βιώνουν τον πόνο με ένα χαμόγελο ή με ένα καυτό χάδι, ή άλλοτε πάλι με μια λέξη που κυλά ίσαμε τις ρωγμές των χειλιών και δεν ελευθερώνεται στο φως να πετάξει να χαθεί.
Πόνος εκούσιος απίστευτα εθιστικός αλλά αντρίκιος, πόνος βράχος σκαμμένος από την τρικυμία της άνοιξης, ηλιοκαμένος από την λάμψη τούτων των ανοιξιάτικων λουλουδιών, που καρτερούν το χέρι που δεν θα τα κόψει.....

Κυριακή 17 Μαρτίου 2013

"Καστανόξανθη καλημέρα"

Ο πρωτάρης καφές ο γνωστός "της καλημέρας" έχει την καθημερινή του θέση εκεί πάνω στον παλιό πάγκο τον διάτρητο τον σαρακοφαγωμένο. "Δουλειά του" λέει είναι να μαγνητίζει καλοπροαίρετα με το άρωμα του την κουρασμένη υπνωτισμένη μνήμη μου, που δεν έχει τίποτε άλλο να ζηλέψει η έρμη εκτός από τούτο το σαράκι του πάγκου, μιας και έχει γίνει κι αυτή διάτρητη συν το χρόνω.
Αναρωτιέμαι αν το χαλαρό της μνήμης λειτουργεί, σαν φίλτρο παρόμοιο με την τύρφη που καθαρίζει το απόσταγμα και βαστά τα κορυφαία αρώματα προς ιδίαν χρήση ή σαν την κινούμενη άμμο που παρασέρνει ότι βρει στο κατόπι της και το διασύρει έως τα έγκατα.
Τι κι αν ο Κύκλωπας έχει ένα μάτι, ο καφές και δη ο πρωινός έχει πάμπολλα ώστε να παίρνει ανάσα από δαύτα. Απίθανα μικρά ματάκια που σε διαβάζουν με ευκολία την ώρα που τον απολαμβάνεις μέσα κι έξω από τον κόσμο σου.
Γιατί δεν αργεί η στιγμή που πρωτορουφάς ξέγνοιαστα χορταστικά γιομάτα έμπνευση κι ας καίγεσαι, καθώς τα βλέπεις ένα ένα ή πολλά μαζί ντυμένα φουσκάλες να χορεύουν βαλςάμικο ταγκό στην κατηφορική πίστα της ψυχής σου.
Φυσικά και "τα έχω" με τις φουσκάλες με τούτα τα μικρά συμπαθητικά πλασματάκια που αραδιάζω μέσα μου κάθε πρωί σαν ναρκωτικό, έχοντας κάμει σκληρή προσπάθεια να τα διαβάσω πιο πριν να δω τι έχουν να μου σύρουν αλλά, που η αποτυχία της ανάγνωσης τους δεν με προειδοποιεί ποτέ. Αντιθέτως εκείνα κυλάνε φωλιάζουν χτίζουν μέσα μου καθημερινά, κάνοντας ένα ταξίδι στον εσωτερικό μου κόσμο ψάχνοντας να απελευθερώσουν τα μυστικά μου. Αυτά με "βλέπουν" εγώ όχι.
Διαρκή πάλη του μυαλού με το άρωμα, που ξεκινάει από απλή χαμογελαστή κουβεντούλα, συνεχίζει σε ευχάριστο παιχνιδάκι άκακο σαν τα επιτραπέζια, μα στο τέλος πάντα καταλήγει σε σκληρή μάχιμη δοκιμασία με χωρίς νικητή. Είναι ο διάλογος της πρωινής απαίδευτης καθάριας ψυχής ύστερα από την αφαίμαξη της νύχτας, με στοχαστικές εναλλαγές συναισθημάτων, να παίρνουν νέες φόρμες σκέψης για το δύσβατο της ημέρας και χαμόγελο πάνω από όλα, το πιο ελπιδοφόρο καύσιμο για το ταξίδι.
Καφές λοιπόν ελληνικός ντόμπρος ξανθός ζεματιστός στο καυτό μπρίκι, με το κουταλάκι αναδεύοντας να κελαηδά στο μέταλλο, βγάζοντας έναν υγρό μεστό αρωματισμένο ήχο σαν νότες πρωινής καμπάνας απόκρημνου μοναστηριού, που αναγγέλλει την έλευση της νέας ημέρας του νέου φωτός της νέας αύρας.

Πρωινός καφές

Στον πρωινό καφέ
ακονίζω σκέψεις
οργώνω κύματα
να περάσω απέναντι

στο άρωμα διαλύω τα όνειρα
στη ζάχαρη τη νύστα
στις φουσκάλες τις χρυσές
τους εφιάλτες πνίγω

ο καναπές μου συντροφιά
πλάι στο τζάμι
χειραφετώ τις ώρες μου
πυξίδα ν'αγοράσουν

με μια γουλιά να κουμπωθώ
με δυο να επιστρέψω
με το φλιτζάνι αδειανό
να ξαναζωντανέψω

Απορίας άξιον, καφές μοναχικός για να γλυκάνει το έμπα ή συντροφικός για να καρπίσει το μετά.....



Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

"Το νησί που ταξιδεύει"

Η "Ιθάκη" ανέκαθεν μου δημιουργούσε ένα δέος με το "ταξίδι της".....ένα δέος φτιαγμένο από το πούσι των συναισθημάτων, της αισθαντικότητας, του πάθους, της γόνιμης σκέψης για την ζήση ώστε να μη δέσω ποτέ στο λιμάνι της.....
Ταξίδι "αλαργινό" και μάλιστα μετουσιωμένο κυρίως με τους δυο από τους τέσσερις πόλους του κύκλου. Την άνοιξη και το φθινόπωρο όπου όλα είναι "τρεχαλητά" σε σχέση με το δίπολο χειμώνα-καλοκαίρι όπου η στιβαρότητα περισσεύει. Κι όταν λέω "όλα" δεν αναφέρομαι σε τίποτε λιγότερο από εκείνο το εκρηκτικό μείγμα που απαντάται στον άυλο κόσμο της ψυχής.
Ψυχή που τρέχει και δεν φτάνει, που ζει για την κίνηση για ν'ανασάνει, να ρουφήξει ν'απολαύσει να μουσκέψει να στεγνώσει ν'αφουγκραστεί να κελαηδήσει, να.....
Τα αισθητήρια λοιπόν στο λίκνο της αέναης παρόρμησης ταυτίζονται με τις εξωτερικές οσμές, και στην πορεία αναμειγνύονται δίνοντας κάτι τόσο νέο και σφριγηλό, που μαγνητίζει όλα τα τριγύρω του ασταθή και μη, μεταλλάσσοντας τα.
Άνοιξη γαρ εν προκειμένω για την ψυχή, μα θέσφατο εν παρόδω για την πλήρη αποκατάσταση ισορροπίας και ευδαιμονίας της, έως και στα βαθύτερα στρώματα της, εκεί όπου κουρνιάζει η αταξία.
Η αταξία του ταξιδιού του ταξιδευτή του επιβάτη του "άλλου", η αταξία της θάλασσας του μπούσουλα του ονείρου της νυχτιάς, η αταξία εντέλει του φάρου του λιμανιού του προορισμού, του ίδιου του στόχου που δεν είναι άλλος από.....
"Το νησί που ταξιδεύει" είναι η δική μου Ιθάκη που δε θα ήθελα να αισθανθώ ποτέ.....



Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

"Του αγέρα"

Ξεστράτισε ο κρύος αγέρας και γύρισε στα μέρη μας να πάρει ότι ζέστη μας απέμεινε στην ψυχή. Όχι προσωπικά δεν θα του κάμω την χάρη. Ο καθένας έχει μια φλογίτσα μέσα του που την κρατά αναμμένη για τις δύσκολες ώρες, για να φωτίσει τα σκοτάδια του, να ζεστάνει την όποια αγκαλιά του απέμεινε, να στεγνώσει τα δάκρυα όταν κυλάνε απ' τις πληγές, να...
Η φλόγα είναι η μαγιά του καλοκαιριού στο καταχείμωνο, είναι το δόλωμα της ημέρας για να φυλακίσει την νύχτα, το απαλό χάδι του πόθου στον έρωτα, το ανθισμένο νυχτολούλουδο στην καρδιά του μεσημεριού, είναι το είδωλο δίχως καθρέπτη, είναι...
Όχι λοιπόν κύριε αγέρα, δεν σου δίνω την φλόγα μου, μπορείς να πάρεις οτιδήποτε άλλο.
Να πάρε το μοναχικό μου βλέμμα το άδολο, που συλλαμβάνει τις αχτίδες σαν παλιό φιλμ σέπιας στο μυαλό, κάθε πρωιναπόγευμα κάπου εκεί στο μεταίχμιο του ημίφους. Άλλες φορές θολό, άλλες λαμπερό, άλλες στερημένο, άλλες χορτάτο μα πάνδα αγνό, πάρε το σου λέγω δεν με πειράζει, θα βλέπω με τα μάτια της ψυχής μου.
Δε σου κάμει ; Ε να τότε, πάρε το φιλί μου, δισύλλαβο αλλόκοτο που σκορπά αλλότριες υποσχέσεις σε υγρά υποταγμένα χείλη, καημός ανάρπαστος, φιλήδονη δαγκωματιά στο γείσο καυτού χαμόγελου, λυσσασμένος χείμαρρος στην κάψα της ερήμου, οιωνός ευπρόσδεκτος στην καθημερινή σιέστα, πάρε το απλόχερα σου λέγω, θα φιλώ με την αισθαντικότητα της καρδιάς μου.
Και μη μου πεις ότι δε σου κάμει κι αυτό ; Ε τότε πάρε την αγκαλιά μου, τρανή γέφυρα όπου περνούν μαγεμένες οι ψηλοκάπουλες κορασίδες, ατίθασες με αλαβάστρινα ματόκλαδα και ορφανεμένες ρώγες, σαλεμένες απ' το ραβδί της νυχτιάς, να αναβοσβήνουν το διχτυωτό τους χαμόγελο και να κροτούν τις γόβες τους στο σκυθρωπό πλακόστρωτο, ανακατώνοντας τα πεσμένα χρυσόφυλλα, πάρε την σου λέγω, θα αγκαλιάζω με το συναίσθημα όπου έχω βαθιά μέσα μου.
Μήτε κι αυτή σου κάμει ; Ε τότε να σου δώσω την λαλιά μου τους ήχους μου τις λέξεις μου, ολάκερο οπλοστάσιο καλά κρυμμένο σε αθίγγανο τσαντίρι, εποχούμενη βιβλιοθήκη με νοήματα και λεξικά και γραμματικές και τόμους ολόδετους με ρυτίδες αιώνιου σφιξίματος, να μπαινοβγαίνουν στα εσώψυχα σαν τον αγέρα στις ταλαιπωρημένες κουφάλες υπεραιωνόβιων πλατύφυλλων.
Αγέρα είπα ; δηλαδή σαν κι εσένα να μπαινοβγαίνεις μέσα μου δίχως τσίπα και ύστερα να έρχεσαι και να μου ζητάς το κάτι τις ;
Τελικά είσαι πολύ αδύναμος για μένα, τελικά το μόνο που καταφέρνεις είναι να δίνεις πνοή στα όνειρα μου μήπως και πετάξουν, μήπως και τα πάρεις μακριά εκεί που ζεις, στο πουθενά, ίσως τελικά να ήρθες γι' αυτό, ίσως.....

 

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

"Το χαμόγελο της φυσαλίδας"

Η αίσθηση της κάθε ημέρας και νύχτας διαφορετική, ξεδιπλώνει τον χαραχτήρα του χαμόγελου και της θλίψης αμφότερα με τις δοκιμασίες της σκέψης και του συναισθήματος, πλάθοντας ανακατατάξεις και διαρροές ισορροπίας στην ψυχοσύνθεση του ατόμου, χωρίς να ρωτάται το ίδιο.
Οι παράγοντες επηρεασμού εξωγενείς, και συνήθως λόγο ελλιπών γνώσεων του υποκειμένου εκφέρουν απορίες έως φοβίες και ανασφάλειες, αυξάνοντας την ερώτηση προς τον εαυτό του. Καθόλου άσχημα λοιπόν εφόσον η ερώτηση φέρει την συλλογή της πληροφορίας, ώστε να αποθηκεύεται και να επεξεργάζεται συστηματικά, προς αφύπνιση των κενών και αρνητικών σκέψεων. Ναι θαρρώ είναι η δημιουργία νέας γνώσης (κορυφαίας έως άχρηστης κατά το δοκούν) ετούτη που ωθεί την σκέψη, διότι ακόμη και άχρηστη εφαρμόζει τον νόμο της ώθησης τελικά προς το χαμόγελο. Αυτή η δημιουργία λοιπόν είναι το περίφημο ταξίδι προς την εύρεση της στεριάς, είτε ακόμη και προς την εύρεση εκείνου του νησιού, που υπό άλλες συνθήκες (καλλιτεχνικοαισθητικές) ταξιδεύει κι αυτό.
Γιατρικό στην όλη κατάσταση, η αυτοσυγκέντρωση στην ικανότητα διαχείρισης κατά την διάρκεια των αλλαγών σε κάθε μία από αυτές. Σωσίβια υπάρχουν πολλά όπως και ανάσες για τον βυθό, αφήνοντας τις φυσαλίδες να στοχάζονται κι αυτές το δικό τους ταξίδι......


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

"Μόνο τ' ανέμου η μιλιά"

Το φεγγάρι μισοραγισμένο στο ταξίδι του αφουγραζόταν την θαλπωρή του ορίζοντα και καθώς ήταν πλυμένο από τις τύψεις του, ξώκειλε να γευτεί την ασημένια θάλασσα. Μια θάλασσα που είχε την τιμητική της, κάτι ανάμεσα σε κλάμα και χαμόγελο γιόμησε από τα παιχνιδίσματα του, ώσπου της ξέφυγε η στίλβη του. Την φώναζε η θάλασσα αλλά που, ετούτη βγήκε κι έδεσε στην ρίζα αγαπημένου δέντρου, αρμυρίκι το ελένε οι πλιάτσικοι, μ 'αγέρωχο κορμί, χαραγμένο απ' τ' αγέρα το σφύριγμα, στέκει κι ακούει πότε τον φλοίσβο, πότε το κλάμα του φεγγαριού, πότε τον διάλογο που κούτσαινε πάνω στις χρυσοστόλιστες πατερίτσες του.
Ετούτος ο όρμος χαρακωμένος ως τα πιο στιλπνά του βράχια, καρτερεί απ' το φως του καλοκαιριού, πρώτα απ' εκείνο το σκληρό το μεσημεριάτικο να φέξει ως τις πιο βαθιές κοψιές να ελευθερωθούν τα όνειρα, και μετά απ' τ 'άλλο το πρωιναπογευματιάτικο που βρίσκει τις πληγές χορτάτες να σιγοστάξει δάκρυ.
Γονάτισα κι εγώ να φιλήσω την άμμο, μα την κάψα της την εκράτησε σκόπιμα για τ' Αυγούστου το μελτέμι γιατί λέει τα σωθικά μου δεν θ' αντέξουν τους κόκκους της, αμμοβολή θα γένουν στην ψυχή μου μέχρι ν' αδειάσει την πίκρα της.
Ανάθεμα στις αστραπές που λυγάνε στο φως, πριν δέσουν στις αρμύρας τον σκοπό, κι αφού σιγήσουν τελικά, μένει η θυμωμένη βροχή να προσκαλεί για ποτό το ουράνιο τόξο, μπας και χρωματίσει τις στάλες της κι αναθαρρεύσει το διαυγές χαμόγελο της, σκαρφαλώνοντας στα στιλπνά βράχια αναπαλαιώνοντας τα.

ένα απόγευμα στου "Μπάτη" την αγκαλιά......

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

"Ευμετάβλητα ψεγάδια"

Ώρες ώρες με καταδιώκει ένα ίχνος δυσεύρετης κατανόησης, μια μαλθακή προσμονή για αλλότρια συναισθήματα.
Η θλίψη αδημονεί στον εξώστη να πέσει πάνω μου να με κατακεραυνώσει, αλλά παγώνω τον χρόνο της πτώσης της ως εξιλαστήριο θύμα, θυσία στο ανένταχτο χαμόγελο της ψυχής της.
Μια μελωδία εισχωρεί στα σπλάχνα μου, τη νιώθω να μου υποσκάπτει όλες τις ανέραστες σκέψεις, καθώς μεμψιμοιρώ τα αχόρταγα νεκρά βράδια συντροφιά με τον απόηχο του φιλιού της.
Φιλί, λέξη, πράξη, αίσθηση, επίγευση, πρόλογος στον έρωτα μα και επίλογος μαζί. Αδάμαστη περιπέτεια το δάγκωμα στα χείλη σφυρηλατείται στην ζεστασιά της αγάπης και στον πόνο του πόθου και της λαχτάρας του. Πόσα φεγγάρια κρατεί άραγε η σαρκώδη υφή του; Πόσες φορές δεν χαροπαλεύει με τον ήλιο για να σβήσει τον πόθο;
Φθινόπωρο, φιλί και φύλλα άνωθεν, φιλί και φύλλα ριχτά καταγής, αποθέωση στην υγρή παρουσία της γεύσης του, εξιλέωση στην ικανότητα της αντανακλαστικής διαίσθησης του. Ετούτα λοιπόν τα υπέρ αιωνόβια δέντρα, αρματώνουν το παραμύθι που γράφουν, στον χαραγμένο από τον χρόνο ρυτιδιασμένο φλοιό τους.
Στα χθες ωστόσο μου μίλησε το λιτοδίαιτο σπουργιτάκι από την εξώριζα μιας γερμένης μυγδαλιάς, τιτιβίζοντας, "τον άκουσα τον ήχο του φιλιού της να διαπερνά την σιωπή ανδρώνοντας την ανάσα",χαιρέτησα κι εγώ με λίγα ψίχουλα.
Κατά βάθος αγκομαχώ, ξετινάζω την μνήμη μου κάπου κάπου στο μπακιρένιο μαγκάλι της γιαγιάς καθώς ξετυλίγει εκεί δίπλα το αδράχτι του χρόνου, βλέποντας την αργότερα να πλέκει με χρωματιστές λέξεις το κιλίμι της ζωής, όπου θα περπατήσει ο καθείς συντροφιά με την μοίρα του.
Στιγμές στιγμές αναρωτιέμαι αν είναι το ζωντανό φιλί παρηγοριά στον έρωτα ή το νεκρό ζεστασιά στην θύμηση;
Φεύγω λοιπόν για να αναβιώσω το πάθος της γέννησης μου πριν την ύπαρξη του θανάτου μου.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

"Το πατάρι"

"Εκ των έσω"

Άνθισε η άνοιξη φθινόπωρο
μέσα από αντάρες
μέσα από χαμόγελα
εγκυμονούσε δειλά
κρατώντας την υπόσχεση
κι ο χρόνος δεσμεύει τα δάκρυα
στην μνήμη μας ελιξίριο
η ψυχή γιόμισε φως
αγνό ελεύθερο

Άνθησε η άνοιξη φθινόπωρο.....τούτη την ώρα που δυσκολίες τρανταχτές σκιάζουν τα συναισθήματα και τα θέλω, μη μπορώντας να βρουν αντίκρυσμα από τις μελαγχολικές στιγμές των κοσμικών παθών. Απορημένη και η ίδια η άνοιξη έδωσε απλόχερα τα χρώματα της σε μια συνάντηση αλληγορικών ψυχών σκιάζοντας το παρασκήνιο.

Μέσα από αντάρες.....κατά καιρούς έσφιξε η γροθιά τον χτύπο της και μάτωσε νικώντας την κάθε απόμακρη σκέψη, φέρνοντας την ισορροπία στην παλλόμενη πραγματικότητα, δείχνοντας μας τον λογικό ορίζοντα την ώρα του λυκαυγές.

Μέσα από χαμόγελα.....χαλάρωσαν τα όποια βλέμματα απορίας και φόβου για το εικονικό γίγνεσθαι, βάζοντας σε τάξη τα συναισθήματα ώστε να υφανθεί ένα χειροποίητο χαλί ψυχών με σφιχτοδεμένους κόμπους, που είναι έτοιμο να απογειωθεί για το ταξίδι κάθε χίλιες και μια νύχτες.

Εγκυμονούσε δειλά.....η ελπίδα της επιτυχίας μέσα στην μήτρα της αποτυχίας των καιρών, μα καθώς έσκισε τον σκιερό πλακούντα και την στείρωσε, αναδύθηκε πια η καλοσύνη και πήρε την μορφή παιδικής πνοής για όλες τις ψυχές που την γεύτηκαν.

Κρατώντας την υπόσχεση.....ετούτη η πνοή θα φιλέψει όλες τις αύρες από όποια κατεύθυνση, ώστε να δροσίζει τα τέκνα της όταν ιδρώνουν, από την προσπάθεια να χωριστούν σε μπουλούκια θεατρικής πάλης προσομοιώνοντας την νυχτωμένη έπαρση που κατοικεί ενίοτε ατυχώς στο όνειρο της πραγματικότητας.

Κι ο χρόνος δεσμεύει τα δάκρυα.....στο κελάρι του να ωριμάσουν, για να ξεπλένουν στο μέλλον κάθε στίγματα σκουριασμένης σκέψης, καρβουνιασμένης υπόληψης σε τυχών λαθεμένες συγκυρίες, καθότι πάθη και παρορμητικότητα χορεύουν στο νου του καθενός καθοδηγώντας μας κάπου κάπου σε λαθεμένες αποφάσεις στιγμής, μπερδεύοντας τα βήματα στο τάνγκο της φιλίας και της όμορφης τούτης σχέσης.

Στην μνήμη μας ελιξίριο.....οι στιγμές σταυροφιλήματος, θερμής αγκαλιάς, εύηχου γέλιου και χαμόγελου ψυχής, στέκεται υστερόγραφο, κρατούμενο, διορθωτής και μπούσουλας θα έλεγα, για το ταξίδι μας σε όποια πέλαγα με όσα κύματα καταιγίδες αλλά και μπουνάτσες θα ανταμώσει η πλώρη μας.

Η ψυχή γιόμισε φως.....και ανάταση καθώς χαλάρωσε πλέων και η τελική συμπιεσμένη ένταση από την αναμονή, με τις εικόνες που γιέμισαν τούτο το αντάμωμα, και ήταν πολλαπλάσιες της πραγματικής ζήσης στο μυαλό μας, μιας και οι διαδρομές εντός του λαβύρινθου της χαράς όλων μας, αντανακλούσαν σε κρυστάλλους ψυχών χορεύοντας την σκέψη σε κοχλιωτό ρυθμό, ως άλλος σίφουνας ευτυχίας.

Αγνό ελεύθερο.....το συναίσθημα χαράς πια, πλημμύρισε και το πιο κολοσσιαίο φράγμα για να μπορεί να βγει στην απεραντοσύνη της εσώτερης ψυχικής ευδαιμονίας, και να μας ψιθυρίζει κάθε στιγμή την αλήθεια για την θετική έκβαση κάθε καλοκάγαθου ρου.


Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

"Η αντιστροφή της σκιάς"

Κάποτε γέρνω μελαγχολικά για πράγματα που συνέβησαν εντέχνως, με πρωταγωνιστές κομψές νεανικές ψυχές προσάγουσες να επιλέξουν το βήμα της χειραφέτησης τους, αδυνατώντας ωστόσο να ανταπεξέλθουν λόγο ιδιάζουσας μίξης ανόμοιων υλικών, στη χύτρα της χειραγωγημένης βίβλου.
Γεγονότα που λιθοβολούν την στοιχειώδη λογική σπασμωδικά μεν αλλά με ρυθμό λιωμένης στάλας από αξύριστης εντολής παγωμένη ματιά, μεταμορφώνουν το συναίσθημα από τα όρια ερωτικού ξεσπάσματος χειρουργημένης καρδιάς σε τύφλωση συνείδησης, αποτέλεσμα υστερικής δράσης δίχως μπούσουλα.
Φτασμένα όνειρα χάνουν την παραμυθία τους στο βυθό της έπαρσης, με τα χαμόγελα να εκθέτουν την μολυσμένη ανάσα μη μπορώντας να βρουν το φίλτρο του πόθου, που θα ενθρονίσει το άρωμα στην ζωτική του θέση.
Δικαιώματα απονέμονται σε αδύναμους δικαιούχους, μιας και το σφίξιμο ξεπέρασε τον τοκά αδυνατώντας να ζέψει το περιεχόμενο, πλην απορίας κενού ενδιαφέροντος και καθαυτού άυλης υπόστασης.
Το πλακόστρωτο καταμετράει πόσες πατούσες το ζέσταναν αλλά και πόσες το έφτυσαν, γνωρίζοντας την σταθερότητα που τους παρέχει μέχρι το σημείο επαφής και μόνο, προτού ξεπλυθεί η προσπάθεια από το πρωτοβρόχι της κάθαρσης και ρίξει ο ήλιος την καλημέρα του.
Βασανισμένη και η ακοή ψάχνει στήριγμα στο πεντάγραμμο της με κραυγές και άξεστους κρότους, αλλά και χροιές μελωδικές από πιάνο αγριοτριανταφυλλιάς που αφήνει τις νότες του να ρέουν την πέτρινη σκάλα της ψυχής, στο ολοστρόγγυλο πλινθόκτιστο πηγάδι της αγάπης, λησμονώντας την άνοδο.
Μετρώντας τότε το κομπολόι του χρόνου τους, ζευγαρωμένες πια οι ψυχές, απολαμβάνουν την μέθεξη της φωτισμένης σκιάς, βλέποντας την να λειαίνει τις σκιερές αχτίδες του παρελθόντος σε τούτη την ανυπόστατη μάχη λογικής-συναισθήματος, σταθεροποιώντας τον δείκτη της πλάστιγγας υπέρ μιας λύσης παράλληλης με την πορεία της καθεμιάς.......

η απόσταξη του θυμού που έγινε δάκρυ συγκίνησης......"Μετά την επιστροφή"......

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

"Ο χρόνος το δάκρυ και η ωριμότητα του φθινοπώρου"

Η προσφορά του φθινοπώρου μεγαλοπρεπείς στα όρια του ψυχικού δέους έρωτα και αβύσσου, κατακτά κάθε αλλοπρόσαλλη ματιά τουλάχιστον ως ερμηνεία ερωτημάτων πολυσυλλεκτικών σκέψεων και ώριμης παρουσίασης αυτών, ως βάθος αλλά και ως επιφάνεια.
Τα χρώματα πρώτα από όλα κατεργάζονται τα οφθαλμοφανή μηνύματα κατορθώνοντας να διαχωρίσουν την υφή τους από την ψυχρή στην θερμή ισορροπία διαλαλώντας την ευαρέσκεια της γήινης σταθερότητας στον βωμό της αιθεροβάμων υπόληψης.
Αχτίδες πλεχτές ανάμεσα σε φυλλώματα μαλώνουν χαϊδεύοντας το σαθρό φυλλόχωμα, ενίοτε λικνίζονται στις υγρές εναπομείναντες σταλαγματιές πλησίον σάπιων φύλλων, διαθλάζοντας την οξύτητα σε αραχνοϋφαντη απαλότητα.
Κάπου στο βάθος η μη απουσία της ψυχής, αισθάνεται γεύεται μα και προσμένει να τιθασεύσει τον χρόνο, σαν το φιλί που διαστέλλεται έως ότου βρει το μονοπάτι της ατελέσφορης προσωποποιημένης παγίδας του παραθύρου στον καθρέπτη της.
Ο χρόνος του φθινοπώρου ο πιο ώριμος φίλος στην διεργασία της σκέψης και των συναισθημάτων κρίνει την επιθυμητή βολιδοσκόπηση ερεθισμάτων, σεβόμενος την περίσσεια της νόησης αυτών ως εισβολέας αλλά και ως επιτιθέμενος προς αυτά, ώστε να έχει τον πλήρη έλεγχο της διαύγασης στην προσπάθεια κατανόησης των όσων παραπάνω αφουγκράζεται.
Πολύ περισσότερο δε στοιχεία μη ορατά προβάλλονται σε αυτόν ως ψήγματα αφαιρετικής υπόστασης της σκέψης φευγαλέα θα έλεγα, μα ικανά να εισχωρήσουν σε αυτόν αφού τα ακτινογραφήσει τοποθετώντας τα έμπροσθεν του φωτός, για πλήρη ανάλυση ακόμη και της πιο νανόφεγγης σκιάς.
Περνώντας αντίπερα στην πραγματικότητα, επικαλούμαι την ουτοπία της ελεύθερης πτώσης του γηραιού φύλλου, σαν χρονικό όριο ερμητικά πεπερασμένο γεμάτο αρώματα εικόνες ήχους και σύνεση, έως το πάγωμα του στην γη ή πάνω σε μια ψυχή χαρίζοντας της, πλήρη συναισθηματική μύηση στον εσώτερο μου κόσμο, που συνηθίζω να μεγεθύνω μέσα από το μικρότερο δάκρυ που μου έστειλε ένα πλατύ χαμόγελο της.


Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

"Η πανσέληνος της ψυχής μου"

Φεγγάρι μου ιδανικά ατημέλητο μα ολόγιομο φλεβαρίζεις με τα σύννεφα σαν θέατρο σκιών στο πάλκο τ'ουρανού, κι ο άνεμος απαλός μαέστρος ζωγραφίζει το σκηνικό παρέα με το όνειρο εκείνο το τρισδιάστατο που λιώνει σαν τ'αγγίξεις.
Φεγγάρι που μιλάς την γλώσσα του έρωτα χωρίς λόγια με αέρινη κίνηση κλεμμένη απαλότητα από τα πιο λεπτεπίλεπτα σύννεφα, που μόνο οι νεράιδες υφαίνουν με τα χνώτα τους στο σχήμα της αγάπης.
Φεγγάρι μου λύσε και τα μαλλιά σου να βρουν τα ξωτικά τον δρόμο τους τούτη την νύχτα που κρύβονται τ'άστρα και μένεις μόνο εσύ φάρος στον ορίζοντα του γαλαζόπλεκτου θόλου.
Φεγγάρι δωσ' μου το δάκρυ σου να πιω φάρμακο για τις πληγές μου που ζωντανεύουν ορθάνοιχτες τις γκρίζες νύχτες της προσμονής, να χαλαρώσει ο πόνος ωσότου κλειδωθούν οι ερινύες στο σεντούκι τους, στη χαράδρα του χρόνου στην αβοήθητη σπηλιά.
Φεγγάρι μου είσαι ο λάθος ήλιος που δεν πρόλαβε να λάμψει την στιγμή που έκλεινε ερμητικά η σκουριασμένη καγκελόπορτα της νιότης μου, μα που αναμένει μια στάλα απ' το δάκρυ μου ν'ανάψει της ψυχή σου το μικρό λυχνάρι, που η φλόγα του δίνει στον ήλιο ανάσα και άρωμα στα όνειρα μου.


Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

"Η αποθέωση της πανσέληνου"

Τούτο το καλοκαίρι ευρύχωρο στα συναισθήματα, απλοποιεί καταστάσεις σε παράθυρα ανένταχτων προσομοιώσεων, λογής λογής αλλοπρόσαλλων φευγαλέων μεθυστικών στιγμών.
Παρερμηνεύοντας την φωτεινή παρέμβαση του ασφαλούς διαλόγου έρωτα-ύπαρξης και της προκείμενης διαθλαζόμενης σκέψης, ετοιμηγορεί στο εφετείο της ζωής υπέρ λύσεων ελλειψηγεννούς χαραχτήρα, αναβράζοντας θυμό λύπη τραγωδία, μα και χαμόγελο ανάσα στεναγμό προσήνειου βλέμματος στον βαθμό που δροσίζει με την σκιά του υπό του ήλιου τα δυσκόλως κατανοούμενα και ερμητικά δυσπρόσιτα.
Η χαροποιός διαφορά υπέρ του λίγου ψυχικού συναισθήματος, καταφανέστατα διαστασιολογεί την εμπειρία της καθημερινής συνύπαρξης, ώρα την ώρα λεπτό το λεπτό για μια πιο λογικοταχθεί μακροπρόθεσμη προσπάθεια αληθινής ζήσης με το είδωλο, μερικώς κατ'ομοίωση και ποτέ κατ'εικόνα.
Αφουγκραζόμενος τον υμένα της υγρής ψυχικής διαίσθησης, δεν μου μένουν παρά μελοποιημένα χαμόγελα, φεγγαρόπλαστης ασημιάς ίνας ξαπλωμένης του κύματος, στίλβης όραμα αλάνθαστης στην φορά που θα ζεύξει τον έρωτα προ της άρνησης και της καλοπροαίρετης υποχώρησης, εάν ο φόβος βουρκώσει την διασταλμένη κόρη αχρωμάτιστα μα στοϊκά, στο πάθος της αποφασισμένης μετριοφροσύνης, καταφανέστατα διορατικής προτού αλώσουν τα βλέφαρα βαριές υποσχέσεις.
Στέκω έμπροσθεν της στίλβης και νιώθω, βλέπω με τα μάτια της ψυχής μου και γεύομαι.......


"Του Αυγούστου το φεγγάρι"

Τον αλωνάρι το μελτέμι καλά κρατεί
παίρνει το νου μου για τα πλατύγυρο
'κείνο το κόκκινο
άμα τα’ντικρίσεις θαμπώνεσαι
κι η γραμμή σου γνέφει ανέβα
κι αλαφραίνεις σαν προχωρείς
ίσαμε να μείνει η ψυχή σου
να ονειρεύεται

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

"Ψυχής ταξίδι"

Ένα ταξίδι αισθαντικό είχε στηθεί πρότερα του ονείρου, στης ψυχής το σαστισμένο ανοιξιάτικο ανθοχώραφο, προσμένοντας την ανεμόσκαλα του χρόνου να ξετυλιχθεί από τα γκριζογάλαζα συννεφάκια ως τα κάτω στις πονεμένες μας χειμωνιάτικες πατούσες, να μας τραβήξει απάνω από τα κάτω μας.
Κι όπως ωριμάζει ο σφυγμός του ανθού, έσταξε αχτίδα το όνειρο και πάλεψε πιο γρήγορα την κρυψώνα του, να βγει ώξω να αποθανατίσει την ελευθερία των αισθήσεων και τ'αρώματα της άγνωστης στιγμής

μέθυσα ωρίμασα
δεν έκλαψα λιγότερο από σε
το όνειρο συντροφιά και βέργα
ξώβεργα μοναχιά στου λιμανιού το έμπα
βαλσαμωμένο νυχτολούλουδο

αφήνω το δάκρυ μου σβηστό
στο φλοίσβο να μεθύσει
κι ο φλοίσβος δάκρυ αγιάτρευτο
να ξεδιψά ο έρως

Καθισμένοι καταμεσής της άρμης, φύκια, αχιβάδες, μέλισσες χορταίνουν με την αίσθηση της ύπαρξης του καθενός και ολονών συνάμα, ξέχωρα απ'το όνειρο μα και μέσα σ'αυτό, ερμηνεύοντας την ευφορία της δροσερής ψυχής ως απαύγασμα γιατρειάς από αγιάτρευτη νόσο ταλαντούχα όσο και μια παρόρμηση αντίθετη του φωτός.
Έλυσα κάβους ορφανούς πριν η φυσαλίδα αναδυθεί στον ορίζοντα και την άκουσα να σκάει ένα χαμόγελο αρμυρένιο, ετούτο το λιόγερμα που υποκλείθηκε ο χρόνος στην στιγμή και λύγισε ο ήλιος για να αδειάσει πάνω μας τα πιο ερωτικά του χρώματα, φάρμακο για τα μάτια της ψυχής μας στράτα μυαλού και δώρο αγάλης αρχοντικού παραμυθιού

τα φτερά μου τα ένιωσες
στην σιγή και στον πόνο
στην ουτοπία και στ'όνειρο
τα άπλωσα στον φλοίσβο
να μου τα πλύνεις
με το δάκρυ σου
ίσως πετάξουν τότες
αγέρας τα χνώτα σου
δεν σβήνει το κερί
μόνο δυναμώνει την φλόγα
μέσα από το τριαντάφυλλο
είναι κόκκινη

Η νύχτα έφτασε μα δεν την είδαμε, την νιώσαμε την δώσαμε στο τυπογραφείο της ψυχής να γίνει ποίημα, νήμα ιστού αράχνης να πιαστούμε όλοι αγκαλιά παρέα

παρέα αραχνοϋφαντη
μετάξι ψυχής
λακωνικό δίχτυ δακρύων
παγωμένων ηφαιστείων
ανάποδα έζησα τον χρόνο
στιγμή μου αγιάτρευτη

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

"Η ζωή μας πάνδα και πάραυτα"

Η άνοιξη ντυμένη στα καλύτερα της αν και υγρή απ'το κλάμα δροσίζει το καλοκαιράκι της για να το μεγαλώσει γοργά ώστε να μας βαφτίσει στους ρυθμούς του, αργόσυρτους ιδρωμένους μα χαλαρούς ως επί το πλείστον, αλλά και ενίοτε τρεχαλιτούς σαν κλωτσοσκούφι μπομπιράδων στην αλάνα με τα χαμόγελα.
Υπάρξεις στο μεγαλείο της ανθοφορίας τους με γύρη από γέλιο ψυχής, μαρτυρούν την εξωστρέφεια της χαράς του πανηγυριού και της απόλαυσης απλόχερα στους διψασμένους διαβάτες του χειμώνα που έπεσε πλέον σε χείμερα, κι εκείνοι παρασυρμένοι από την κάψα της ρουφάνε λαίμαργα απανταχού την γύρη πριν φτάσει καταγής.
Η ελπίδα που τριγύριζε ράθυμα στην ξενιτιά, έφτασε στην αγκάλη της ζήσης μας, λίγο απρόσμενα λίγο τυχάρπαστα λίγο ξώφαλτσα, αλλά παντελώς εύθυμα και συντροφευτικά στο αφαιρετικό μας στερέωμα, αστεριών που ιχνηλατούν τη σκέψη μας συνοδευτικά του θαμπού γαλαξιακού ορίζοντα, προς τις ζωτικές αχτιδοανάσες του εραστή ήλιου.
Θερμό το καλοκαιράκι που καταφθάνει ψήνει κάτω από τον τεράστιο μεγεθυντικό φακό της ψυχικής ευδαιμονίας, την μοναξιά και την μεταλλάσει κοχλικά σε διαμάντι απομνημονεύοντας την για χειμώνες ορφανούς γυάλινους που αν τυχόν δακρύσουν στη γυάλα τους, χαράζοντας τους θα κυλίσει το δάκρυ για να ξαναποτίσει την ψυχή να την ξαναδροσίσει.
Δροσιά κι αγέρας, χαμόγελα και τραγούδια, μάτια λαμπερά χείλη μεστά, αγκαλιές και λαχτάρες χαράς, συντροφιά στο φως και παρέα στο κύμα με τις νυχτιές να μας φιλούν, και τα αστέρια να μας χαρίζουν την λάμψη τους, είμαστε έρωτας βγαλμένος απ'τα βάθη πηγής καλοκάγαθης ψυχής, που ρέει καλοσυνάτα γάργαρα και μουσκεύει κάθετι στην όχθη της αισθητικά κι αισθαντικά διαυγέστατα και κρυστάλλινα ως συναίσθημα που αδημονεί να συντροφεύσει ψυχανεμήσματα, καλημέρες και καληνύχτες τραμπάλας γιομάτης ευγνωμοσύνη και γιορτινή γαλήνη.

<< Είμαι εδώ ζω >>

Είμαι εδώ ζω
τι κι αν τα μάτια μου θολά
και το μυαλό μου αλύγιστο
έχω ψυχή σταυραετού
και άγνοια μικρού παιδιού
που ερωτά τον ουρανό
πούθε να βγει ο ήλιος
κι εκείνος απαντά γοργά
απ'της ψυχής την αρχοντιά

είμαι εδώ ζω
με το χαμόγελο μεθώ
χείλη που είδα και ποθώ
μάτια σμιχτά το σ'αγαπώ

είμαι εδώ ζω
μεσ'τα λουλούδια κατοικώ
φτιάχνω πλεξούδες για χορό
νότες αλλοπαρμένες
που θα μου δώσουνε σκουντιά
για μιας αλήτισσας καρδιά
να την ραντίσω με φιλιά
του έρωτα υγρή δροσιά
να μη με βρουν χειμώνες

είμαι εδώ ζω
με το χαμόγελο μεθώ
χείλη που είδα και ποθώ
μάτια σμιχτά το σ'αγαπώ