Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

"Άνοιξη"


Λιτή και απέριττη η άνοιξη,κομψή στο συναπάντημα με τον χρόνο της, αφουγκράζεται την θλιμμένη περπατησιά που απομακρύνεται στο άπειρο του μακρινού νωθρού χειμώνα, και χαμογελά σβήνοντας από τα χρέη, τις ρωγμές της θύμησης και της βαριάς ομίχλης.
Χέρι χέρι με τον μοσχόφερτο άνεμο σαρώνοντας τα λουλουδοχώραφα της δροσερής και χαμογελαστής κοιλάδας, όπου οι χρωμοανθοί πασπαρτού υμνούν τον ήλιο τινάζοντας από την καρδούλα τους την γύρη την αγύριστη, που ψάχνει μεγαλεία ψυχής να κουρνιάσει, να ζωγραφίσει στον ουράνιο καμβά λεύκωμα ευτυχίας.
Κι άμα στέκεις εμπρός της μη λυγάς μη σπας σαν να είσαι ο καθρέπτης της, διότι δεν της πρέπει κανένα κάτοπτρο παρά μόνο ανθισμένες φλόγες σιωπηλές του έρωτα συνεδρίες, καθότι η εμορφιά της ψυχής της η καθάρια, λάμπει σαν φάρος στεγανός μόνιμος νυχθημερόν και βάλε, στο όνειρο και στην ζωή και φέγγει λευκές πορείες.
Άνοιξη πλημμύρα της ψυχής μας σιωπηλή, διάλογος στον έρωτα τον μεστό, μπούσουλας κι ελπίδα, ιδρώτας κι αντικριστά κορμιά, φιλί κατεβατό κι απύθμενη ματιά, αγνάντι και μακρινή αγκαλιά, λάμψη και άρωμα διαλεχτό, γεύση πλατιάς αγάπης, μαθημένη να υφαίνει το όνειρο να χτίζει μύριους μύθους που ο καθείς αν δέσει τα μάτια του θα'δει το ριζικό του.

Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

"Γαλάζια άνοιξη"

Είναι αυτό το γαλάζιο χρώμα που ορίζει την ευτυχία μας, και καταφέρνει να λιώνει τον βαθύλυπο χειμώνα και να σπέρνει στα χείλη την πεθυμιά της μέγιστης καλοκαιρινής ψυχικής ευφράδας.
Το συναντάς σε κάθε γυροβολιά δίπλα στη φύση σε μορφή λουλουδιών, που στολίζουν τον πράσινο καμβά της σαν ματόχανδρα, μη τυχών και βασκαθούν απ'το σκυθρωπό βλέμμα του χειμώνα, που λύσσαξε να κρατηθεί ζωντανός μη θέλοντας να περάσει τον Αχέροντα.
Είναι κι ο έμορφος ο ουρανός που μας κοιτά με τα γαλάζια μεγάλα χαμογελαστά του μάτια, και μας γνέφει να ανέβουμε στο αερόστατο της άνοιξης παρέα με φτερωτούς φίλους μας για μια βόλτα από ψηλά στο καλοκαιρινό περβόλι του.
Αν μη τι άλλο είναι και η η μάνα θάλασσα, που μέσα της βαφτίζονται ούλοι οι καημοί κι λογισμοί του τσουχτερού χειμώνα, για να εξιλεωθούν και να αναδυθούν σε λαχταριστές σκέψεις, που καθρεπτίζονται απάνω της για να ζευγαρώσουν με τις αισθήσεις, λύνοντας τις κρύες χειροπέδες που βασάνιζαν τόσο διάστημα την φυλακισμένη ψυχή μας.
Μα είναι και τούτο το μπλε σκηνικό με τα πορφυρά χείλη στον υγρό αιθέριο φεγγίτη της ζωής, που ξεχωρίζει από δυο ζευγάρια μάτια και δυο φωνές αισθαντικές υγρές τρεμόφερτες σαν από οπτασία που διευθύνουν δυο πλαστικά ζεστά κορμιά με μαεστρία, όπως η πεταλούδα με τις λεπτεπίλεπτες χορωδιακές κινήσεις της ξεμοναχιάζει άνθος το άνθος να ρουφήξει το μπλε νέκταρ, το κάλλιστο επιδόρπιο της ανοιξιάτικης εξωτικής ερωτικής λαγνείας.

η γαλάζια άνοιξη φώλιασε ήδη στην ψυχή μας.........

Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

"Ο άλλος μου εαυτός"

Κάποτε κάποτε μισώ τον εαυτό μου για πράγματα που δεν έκαμα, όσο η μοίρα με προτιμούσε για στερνοπαίδι της δίπλα στο άχρωμο τοπίο όπου θύμιζε ηλιοκαμένη έρημο, ρωγμή στου χρόνου το πάπλωμα που εκταμιεύει τα σκυθρωπά όνειρα μου.
Με μισώ ομπρός σε έναν μισό καθρέπτη, ώσπου βλέπω μόνο το μισό έξω μου, μιας και το είναι μου κατακερματίστηκε σε ψίχουλα, που τα τραβούν με τον ιδρώτα τους οι μέρμηγκες, στις σχισμές της ηλιοσκασμένης ερήμου.
Με μισώ που τα ερυθρά χείλη δεν άγγιξα, ούτε καν με το βλέμμα, μιας και τυφλώθηκα μεγαλωμένος στο σκότος της νοερής εξολοθρευμένης φαντασίας μου, από έναν πόλεμο ατέρμονων συναισθημάτων παράκρουσης και ολικής υποταγής στο έλεος της αβύσσου.
Με μισώ γιατί τ' αρώματα που οσφρήστικα, δεν φέρναν κάτι λιγότερο από την μυρωδιά της μούχλας, σαν από 'κείνες τις υγρές ροζιασμένες ταβανοσανίδες, που πλάθουν απάνω τους το δίχτυ οι αράχνες, και κρέμουνται ωσάν νομοταγής σταλακτίτες πάνω από την θύμηση μου, στο υπόγειο της συνείδησης μου.
Με μισώ και για τους ήχους που έσκαψαν τα αυτιά μου, και ας ήταν μόνο της σιωπής παρότι τους έριχνε η άρπα μιας φάλτσα νυχτερινής σκοτεινής καταιγίδας, με αστροπελέκια κι ομοβροντίες ξακουστών μα αινιγματικών ημίθεων.
Με μισώ έως ότου με βάψω κόκκινο με παθιασμένο αίμα σαν κι αυτό που θα φέρει η άνοιξη ξωπίσω της, για να χορέψω τον χορό του πολέμου, μήπως και νικήσω το άλλο μου μισό, που μισώ αντικρίζοντας το στον μισό καθρέπτη μου, από τα τυφλωμένα μάτια της ψυχής μου.