Ώρες ώρες με καταδιώκει ένα ίχνος δυσεύρετης κατανόησης, μια μαλθακή προσμονή για αλλότρια συναισθήματα.
Η θλίψη αδημονεί στον εξώστη να πέσει πάνω μου να με κατακεραυνώσει, αλλά παγώνω τον χρόνο της πτώσης της ως εξιλαστήριο θύμα, θυσία στο ανένταχτο χαμόγελο της ψυχής της.
Μια μελωδία εισχωρεί στα σπλάχνα μου, τη νιώθω να μου υποσκάπτει όλες τις ανέραστες σκέψεις, καθώς μεμψιμοιρώ τα αχόρταγα νεκρά βράδια συντροφιά με τον απόηχο του φιλιού της.
Φιλί, λέξη, πράξη, αίσθηση, επίγευση, πρόλογος στον έρωτα μα και επίλογος μαζί. Αδάμαστη περιπέτεια το δάγκωμα στα χείλη σφυρηλατείται στην ζεστασιά της αγάπης και στον πόνο του πόθου και της λαχτάρας του. Πόσα φεγγάρια κρατεί άραγε η σαρκώδη υφή του; Πόσες φορές δεν χαροπαλεύει με τον ήλιο για να σβήσει τον πόθο;
Φθινόπωρο, φιλί και φύλλα άνωθεν, φιλί και φύλλα ριχτά καταγής, αποθέωση στην υγρή παρουσία της γεύσης του, εξιλέωση στην ικανότητα της αντανακλαστικής διαίσθησης του. Ετούτα λοιπόν τα υπέρ αιωνόβια δέντρα, αρματώνουν το παραμύθι που γράφουν, στον χαραγμένο από τον χρόνο ρυτιδιασμένο φλοιό τους.
Στα χθες ωστόσο μου μίλησε το λιτοδίαιτο σπουργιτάκι από την εξώριζα μιας γερμένης μυγδαλιάς, τιτιβίζοντας, "τον άκουσα τον ήχο του φιλιού της να διαπερνά την σιωπή ανδρώνοντας την ανάσα",χαιρέτησα κι εγώ με λίγα ψίχουλα.
Κατά βάθος αγκομαχώ, ξετινάζω την μνήμη μου κάπου κάπου στο μπακιρένιο μαγκάλι της γιαγιάς καθώς ξετυλίγει εκεί δίπλα το αδράχτι του χρόνου, βλέποντας την αργότερα να πλέκει με χρωματιστές λέξεις το κιλίμι της ζωής, όπου θα περπατήσει ο καθείς συντροφιά με την μοίρα του.
Στιγμές στιγμές αναρωτιέμαι αν είναι το ζωντανό φιλί παρηγοριά στον έρωτα ή το νεκρό ζεστασιά στην θύμηση;
Φεύγω λοιπόν για να αναβιώσω το πάθος της γέννησης μου πριν την ύπαρξη του θανάτου μου.
Η θλίψη αδημονεί στον εξώστη να πέσει πάνω μου να με κατακεραυνώσει, αλλά παγώνω τον χρόνο της πτώσης της ως εξιλαστήριο θύμα, θυσία στο ανένταχτο χαμόγελο της ψυχής της.
Μια μελωδία εισχωρεί στα σπλάχνα μου, τη νιώθω να μου υποσκάπτει όλες τις ανέραστες σκέψεις, καθώς μεμψιμοιρώ τα αχόρταγα νεκρά βράδια συντροφιά με τον απόηχο του φιλιού της.
Φιλί, λέξη, πράξη, αίσθηση, επίγευση, πρόλογος στον έρωτα μα και επίλογος μαζί. Αδάμαστη περιπέτεια το δάγκωμα στα χείλη σφυρηλατείται στην ζεστασιά της αγάπης και στον πόνο του πόθου και της λαχτάρας του. Πόσα φεγγάρια κρατεί άραγε η σαρκώδη υφή του; Πόσες φορές δεν χαροπαλεύει με τον ήλιο για να σβήσει τον πόθο;
Φθινόπωρο, φιλί και φύλλα άνωθεν, φιλί και φύλλα ριχτά καταγής, αποθέωση στην υγρή παρουσία της γεύσης του, εξιλέωση στην ικανότητα της αντανακλαστικής διαίσθησης του. Ετούτα λοιπόν τα υπέρ αιωνόβια δέντρα, αρματώνουν το παραμύθι που γράφουν, στον χαραγμένο από τον χρόνο ρυτιδιασμένο φλοιό τους.
Στα χθες ωστόσο μου μίλησε το λιτοδίαιτο σπουργιτάκι από την εξώριζα μιας γερμένης μυγδαλιάς, τιτιβίζοντας, "τον άκουσα τον ήχο του φιλιού της να διαπερνά την σιωπή ανδρώνοντας την ανάσα",χαιρέτησα κι εγώ με λίγα ψίχουλα.
Κατά βάθος αγκομαχώ, ξετινάζω την μνήμη μου κάπου κάπου στο μπακιρένιο μαγκάλι της γιαγιάς καθώς ξετυλίγει εκεί δίπλα το αδράχτι του χρόνου, βλέποντας την αργότερα να πλέκει με χρωματιστές λέξεις το κιλίμι της ζωής, όπου θα περπατήσει ο καθείς συντροφιά με την μοίρα του.
Στιγμές στιγμές αναρωτιέμαι αν είναι το ζωντανό φιλί παρηγοριά στον έρωτα ή το νεκρό ζεστασιά στην θύμηση;
Φεύγω λοιπόν για να αναβιώσω το πάθος της γέννησης μου πριν την ύπαρξη του θανάτου μου.